Ειδήσεις

Η Άννα Βαγενά για το νομοσχέδιο “Κέντρο Πολιτισμού και Δημιουργίας ΑΚΡΟΠΟΛ”


Ο εισηγητής της Ν.Δ.,κ. Ιωάννης-Μιχαήλ Λοβέρδος, στηχτεσινή ομιλία του, στις 15/06/20, αναφέρθηκε στους καλλιτέχνες που ασχολούνται με την πολιτική, καθώς και τη «στρατευμένη» τέχνη. Είπε επί λέξει ότι «εγώ δεν θα ήθελα ούτε καν να ασχολούνται με την πολιτική οι καλλιτέχνες».

Αγαπητέ κ. Λοβέρδο, κάθε μας πράξη είναι πολιτική. Η στάση μας στη ζωή είναι πολιτική. Οι καλλιτέχνες δικαιούνται, όπως όλοι οι πολίτες, να συμμετέχουν ενεργά στην πολιτική. Η ζωή τους και το έργο τους είναι συνυφασμένα, δεν ξεχωρίζει, αλλά περιέχει το ένα το άλλο.

Εκείνοι που πρέπει να είναι προσεκτικοί, κατά τη γνώμη μου, στην αντιμετώπιση των καλλιτεχνών, που ασχολούνται με τα κοινά, είναι άλλοι. Για παράδειγμα, εγώ πολλές φορές μέσα σε αυτή την αίθουσα δέχτηκα προσβολές από συναδέλφους σας, της κυβερνώσας παράταξης, του τύπου «μη μιλάς εσύ, εδώ δεν είναι θέατρο». Λες και το θέατρο είναι κάτι το υποτιμητικό. Όχι, κύριοι. Είναι τιμή μου που είμαι ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου, όπως είναι και τιμή μου που είμαι μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου.

Και τι θα πει «στρατευμένη» τέχνη; Όπως είπε ο εισηγητής της Ν.Δ., κ. Λοβέρδος, «για εμάς στη Ν.Δ.», επί λέξει, «δεν υπάρχει θέμα στρατευμένης τέχνης». Κύριε Λοβέρδο, έχω να σας απαντήσω ότι αν δεν είχα ποτιστεί και στρατευτεί από τα εφηβικά μου χρόνια στα ιδανικά της Αριστεράς, μέσα από τη Νεολαία Λαμπράκη, της οποίας ιδρυτής και εμψυχωτής ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης, που πολλές φορές αναφέρατε στην εισήγησή σας, η θεατρική αποκέντρωση στον τόπο μας ίσως να μην είχε γίνει. Μιλάω για τη δημιουργία του «Θεσσαλικού Θεάτρου» το 1975, που υπήρξε ο πρωτεργάτης και ο οδηγός για τη δημιουργία των Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων και, κατά συνέπεια, της θεατρικής αποκέντρωσης.

«Στρατευμένη» τέχνη ήταν αυτό που κάναμε τότε. Να πάμε το καλό θέατρο δηλαδή και στο τελευταίο χωριό της Θεσσαλίας, της πατρίδας μας. Αν δεν πιστεύαμε στις ιδέες της Αριστεράς, ότι η καλή τέχνη είναι για όλους, πλούσιους και φτωχούς, χωρικούς και αστούς, αυτό το «θαύμα» – όπως το αποκάλεσε τότε ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σε ένα άρθρο του στα «ΝΕΑ», με τίτλο «Θεσσαλικό Θέατρο, θαύμα στην επαρχία» – δεν θα είχε γίνει.

Και ακόμα έχω να σας πω, από την προσωπική μου εμπειρία, θα μου επιτρέψετε, όταν ευτυχώς πολλές φορές μου έχουν πει θεατές ότι έχουν συγκλονιστεί με τον τρόπο που ερμηνεύω τις απλές γυναίκες του λαού, τους απαντώ ότι τις ερμηνεύω έτσι επειδή τις πονάω αυτές τις γυναίκες, γιατί από μικρό παιδί έχω ζήσει δίπλα τους, στους καθημερινούς αγώνες τους, είμαι παιδί μιας τέτοιας μάνας, της Μαρίας Βαγενά.

Αυτό για εμένα είναι «στρατευμένη» τέχνη, να αφουγκράζεσαι τις χαρές και τις λύπες και τις αγωνίες του κόσμου και, γιατί όχι, να τις οσμίζεσαι, δηλαδή να τις εισπράττεις με τις αισθήσεις σου και να τις μετουσιώνεις σε τέχνη.

Σχετικά με το νομοσχέδιο που συζητάμε, φοβάμαι ότι έρχεται να προστεθεί ένας ακόμα φορέας εποπτευόμενου πολιτισμού, ο οποίος θα χειραγωγείτε από την εκάστοτε – προσέξτε με, εκάστοτε – κυβέρνηση. Άλλωστε, η πρόθεση είναι σαφής. Ο διευθυντής θα διορίζεται για τα πρώτα δύο χρόνια, τώρα από την Υπουργό Πολιτισμού, με δικαίωμα ανανέωσης της θητείας του. Συγχωρέστε με, αλλά η πολυετής εμπειρία μου σε σχέση με αυτό το υπουργείο με κάνει επιφυλακτική.

Τώρα, αν αυτός ο οργανισμός θα έχει σαν κύριο σκοπό του την επιμόρφωση των καλλιτεχνών, ώστε να μανατζάρουν οι ίδιοι τη δουλειά τους και τις διεθνείς επαφές τους, κάπως περίεργα μου ακούγονται εμένα όλα αυτά. Εκείνο που έχει ανάγκη ο πολιτισμός και οι καλλιτέχνες στη χώρα μας και ιδιαίτερα στις δύσκολες παρούσες συνθήκες είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, η ουσιαστική, δίκαιη και άμεση οικονομική ενίσχυση, επαναλαμβάνω κ. Υπουργέ, δίκαιη και άμεση.

Τα θέατρα διανύουν τον πέμπτο μήνα που είναι κλειστά, με χιλιάδες εργαζόμενους άνεργους. Σας παρακαλώ, σας ζητώ, αυξήστε μόνιμα τον ετήσιο κρατικό προϋπολογισμό, το κονδύλι, για τον πολιτισμό. Δεν είναι προσβολή η ενίσχυση των καλλιτεχνών και της καλλιτεχνικής δημιουργίας, ακόμα και με επιδόματα, μη φοβάστε τη λέξη, επαναλαμβάνω, στην παρούσα δύσκολη κατάσταση. Είναι αναγκαία προϋπόθεση επιβίωσης για πολλούς.

Θα ήθελα να κλείσω την ομιλία μου με ένα ποίημα του Βασίλη Μάγγου, που πέθανε προχτές από οξύ πνευμονικό οίδημα, σύμφωνα με την αρμόδια ιατροδικαστική εξέταση, αφού είχε ξυλοκοπηθεί άγρια από τις αστυνομικές δυνάμεις πριν από λίγες εβδομάδες, γιατί πήρε μέρος σε μία διαμαρτυρία για ένα θέμα οικολογικό του Βόλου. Ο Βασίλης Μάγγος προερχόταν από μια οικογένεια που είχε σχέση με την τέχνη, ο παππούς του ήταν αρχιμαέστρος στον Βόλο.

Το ποίημα έχει τίτλο «Δεν θέλησα ποτέ να γίνω καλλιτέχνης».

 

Είναι αυτές οι ώρες που δεν υπάρχει καθόλου έμπνευση, κανένας οίστρος

Αυτές τις ώρες καθόλου δεν πιέζω τον εαυτό μου να γράψει

Ούτε τον πιέζω τον εαυτό μου να γράψει ούτε τον πιέζω να πιει νερό

Αφήνομαι απλά στον στροβιλισμό της ύπαρξής μου

Κι ίσως το μόνο που κάνω είναι να ανασαίνω

 

Τώρα πια αυτό το παιδί δεν ανασαίνει καν. Σας ευχαριστώ.

Προηγούμενο άρθρο Το Πρυτανικό Συμβούλιο του ΠΘ για τις Αντιστοιχίες Τμημάτων
Επόμενο άρθρο Αγρυπνία για την εορτή της Αγίας Μαρίνας στον Άγιο Αχίλλιο