Απ. Παπατόλιας: «Η ματαίωση της Αυτοδιοίκησης από τη συγκυβέρνηση Σαμαρά»


«Η ματαίωση της Αυτοδιοίκησης από τη συγκυβέρνηση Σαμαρά»

 

Η ιστορική «ατυχία» του Καλλικράτη είναι ότι συνέπεσε με το ξέσπασμα μιας πρωτόγνωρης δημοσιονομικής κρίσης και την έναρξη της εφαρμογής των ατελέσφορων και αντι-αναπτυξιακών μνημονιακών πολιτικών. Έτσι, μια κατά βάση προοδευτική μεταρρύθμιση, που προέκυψε μέσα από τα ίδια τα σπλάχνα του αυτοδιοικητικού κινήματος, εκφυλίστηκε σταδιακά σε εργαλείο για την εφαρμογή του Μνημονίου και την επιβολή κάθε λογής περιορισμών σε βάρος των θεσμών που εκπροσωπούν τις τοπικές κοινωνίες.

 

Η εξελικτική ματαίωση της Αυτοδιοίκησης δεν αποτελεί, ωστόσο, τυχαίο σύμπτωμα ή αθέλητη συνέπεια του Μνημονίου. Συνιστά, αντιθέτως, συνειδητή πολιτική επιλογή όλων των κυβερνητικών σχημάτων από το 2010 και ένθεν, με αποκορύφωμα τη στάση της σημερινής πολιτικής ηγεσίας της χώρας.

 

Πράγματι, η συγκυβέρνηση Σαμαρά έχει υιοθετήσει σε τέτοιο βαθμό τη πολιτική του συντηρητικού συγκεντρωτισμού και ακυρώνει με τόσο συστηματικό τρόπο τη δυναμική της Αυτοδιοίκησης, που δικαιολογημένα μπορούμε να κάνουμε λόγο για αντιδραστική στροφή του Κεντρικού Κράτους απέναντι στους τοπικούς και περιφερειακούς θεσμούς.

Σήμερα, δεν έχει απλώς εδραιωθεί ένα κλίμα δυσπιστίας και καχυποψίας απέναντι σε κάθε τι αυτοδιοικητικό. Πλέον, μεθοδεύεται συνειδητά και ενορχηστρώνεται επικοινωνιακά από τους κυβερνητικούς κύκλους,  σε αγαστή συνεργασία με την Τρόϊκα και την Task Force, η ίδια η περιθωριοποίηση της Αυτοδιοίκησης και η ταπείνωσή της στα μάτια των πολιτών.  Οι νεότευκτοι καλλικρατικοί θεσμοί αντιμετωπίζονται, με την προσχηματική επίκληση της κρίσης, στην καλύτερη περίπτωση ως σταθερή πηγή αφαίμαξης πόρων και επιβολής περιορισμών χωρίς καμία ιεράρχηση ή αξιολόγηση, ενώ στη χειρότερη ως βαρίδι στην εθνική ανασυγκρότηση και ως νοσηρό σύμπτωμα του διοικητικού μας συστήματος…

 

Σε μια περίοδο που η Αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να αναδειχθεί σε «εθνικό πρωταθλητή» της διεξόδου από την κρίση, εκπέμποντας ένα ισχυρό μήνυμα αποφασιστικότητας και πίστης στις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα για να ανασυνταχθεί, η συγκυβέρνηση Σαμαρά της επιφυλάσσει ρόλο ουραγού, ενοχοποιώντας την για όλα τα δεινά του γραφειοκρατικού, διεφθαρμένου και πελατειακού κράτους…Οι κυβερνώντες δεν κρύβουν πια ότι μετάνιωσαν για την αυτοδιοικητική χειραφέτηση και εργάζονται μεθοδικά για την παλινόρθωση του συγκεντρωτισμού, προκαλώντας τεχνητή ασφυξία στους νέους θεσμούς.

 

Ο θεσμός των Αιρετών Περιφερειών, που σχεδιάστηκε ακριβώς για να λειτουργήσει ως ο κύριος μοχλός της περιφερειακής ανάπτυξης σε περιόδους κρίσης, βιώνει με τον πιο δραματικό  ίσως τρόπο αυτή την παλινόρθωση. Δεν είναι μόνο η αυθαίρετη – γιγαντιαία- περικοπή των νομοθετημένων πόρων (άνω του 50%) που ακυρώνει κάθε συμβολή των Περιφερειών  στην πυροδότηση της περιφερειακής ανάπτυξης. Ούτε ίσως η παράνομη και αντισυνταγματική παρακράτηση των πόρων που συνοδεύουν τις αρμοδιότητες που τους  αποδόθηκαν. Είναι και το ότι οι Περιφέρειες παρεμποδίζονται συστηματικά στην άσκηση περιφερειακής πολιτικής μέσα από την αποστέρηση κάθε θεσμικά κατοχυρωμένες  δυνατότητας παρέμβασής τους.

Γιατί, άραγε, δεν αναγνωρίζεται ο ρόλος της Περιφέρειας στον χωροταξικό σχεδιασμό;  Γιατί αγνοείται εκκωφαντικά στο επίπεδο του αναπτυξιακού προγραμματισμού και του σχεδιασμού του νέου ΕΣΠΑ;  Γιατί της αρνούνται πεισματικά κάθε εμπλοκή στην έγκριση και την υποστήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων περιφερειακής σημασίας; Γιατί δεν την καθιστούν, όπως συμβαίνει σε ολόκληρη την Ευρώπη, ισότιμο εταίρο στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της αγροτικής ή περιβαλλοντικής πολιτικής;  Γιατί,  δεν ολοκληρώνουν το θεσμικό οπλοστάσιο του «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ», εκδίδοντας επιτέλους τις κανονιστικές πράξεις που εξειδικεύουν  τη συμβολή της στην περιφερειακή ανάπτυξη, εξορθολογίζουν  την οικονομική διαχείριση και διασφαλίζουν  συνθήκες διαφάνειας και χρηστής περιφερειακής διοίκησης; Γιατί επιμένουν να αγνοούν το νόμο και να μην θέτουν σε λειτουργία το θεσμό του Ελεγκτή Νομιμότητας, την ίδια στιγμή που ξιφουλκούν κατά της ανομίας και της απουσίας ελέγχων;

 

Γιατί επιμένουν να χρησιμοποιούν τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις ως το «μακρύ χέρι» της κρατικής γραφειοκρατίας, προκαλώντας αδιανόητες καθυστερήσεις και εμπλοκές στα περιφερειακά αναπτυξιακά έργα; Γιατί εμπιστεύονται δοτούς κρατικούς υπαλλήλους, που καθημερινά καταλύουν τη θεσμική και οικονομική αυτοτέλεια των Περιφερειών με απροκάλυπτους ελέγχους σκοπιμότητας, αντί να συνεργαστούν ισότιμα και δημιουργικά με ευρέως νομιμοποιημένα αιρετά όργανα;

 

Γιατί- κι αυτό είναι ιδιαιτέρως σοβαρό από ηθικοπολιτική σκοπιά – συνεχίζουν να επενδύουν στις καταστροφικές λογικές της κομματικής ή συγκυβερνητικής ευνοιοκρατίας, δημιουργώντας στην πράξη δύο κατηγορίες Περιφερειών, ενισχύοντας από την «πίσω πόρτα» ολίγους εκλεκτούς με παροχές και κρυφές χρηματοδοτήσεις, καταλύοντας κάθε έννοια αξιοκρατίας, ίσης μεταχείρισης και διαφάνειας στην κατανομή των δημοσίων πόρων;  Αρκεί να μελετήσει κανείς προσεκτικά τα συγκεντρωτικά στοιχεία των χρηματοδοτικών εισροών από εθνικούς πόρους στις 13 Περιφέρειες μέσα στο 2012, για να αντιληφθεί το σκάνδαλο των Περιφερειών «δύο ταχυτήτων»…

Θα μπορούσα να προσθέσω άλλα τόσα «γιατί:» ολοκληρώνοντας το θλιβερό κατάλογο των ενεργειών της σημερινής κυβέρνησης που ακυρώνουν, απαξιώνουν και εν τέλει εκμαυλίζουν το χώρο της περιφερειακής αυτοδιοίκησης.  Αδιάψευστος, όμως, μάρτυρας της ματαίωσης του θεσμού των Περιφερειών είναι ο τρόπος που βιώνουν την παρουσία τους οι απλοί πολίτες. Αυτοί δεν κατάφεραν να δούν την τελευταία διετία, παρά την πλούσια προεκλογική ρητορεία του 2010, ούτε «μικρούς πρωθυπουργούς» ούτε «Περιφερειακά Κοινοβούλια» ούτε «τοπικές κυβερνήσεις». Είδαν, αντιθέτως, Περιφερειακά Συμβούλια να λειτουργούν υποτυπωδώς, με έλλειμμα δημοκρατίας, με διαρκή υποβάθμιση του ρόλου των περιφερειακών συμβούλων, με υποτίμηση της Αντιπολίτευσης και με περιθωριοποίηση των παρατάξεων. Είδαν τις Επιτροπές του Περιφερειακού Συμβουλίου να εκφυλίζονται συνεχώς χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη ή ενθάρρυνση, είδαν τις περιλάλητες Επιτροπές Διαβούλευσης σε διακοσμητικό ρόλο και μια σειρά από φιλόδοξα περιφερειακά όργανα είτε να παραμένουν «στα χαρτιά» είτε να ατονούν δραματικά… Και σα να μην έφτανε αυτό το αρνητικό κλίμα των «χαμηλών πτήσεων» και της θεσμικής απαισιοδοξίας, έρχεται κατά καιρούς η Κυβέρνηση να το επιβαρύνει ακόμη περισσότερο με άσκεπτες και επικίνδυνες «φωτοβολίδες», όπως το δήθεν «ενιαίο ψηφοδέλτιο», που ακυρώνει περιφερειακές παρατάξεις και αντιπολιτεύσεις, ή αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική φιλολογία περί παράτασης της θητείας των αυτοδιοικητικών αρχών…

 

Το 1Ο Τακτικό Συνέδριο της Ένωσης Περιφερειών οφείλει να εκπέμψει ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα και προς τη συγκυβέρνηση και προς την κοινωνία: Η Ελλάδα των Περιφερειών αποτελεί απάντηση στην κρίση και ανάχωμα στις αντιαναπτυξιακές πολιτικές του Μνημονίου. Αν η συγκυβέρνηση Σαμαρά μετάνιωσε για τη χειραφέτηση της Αυτοδιοίκησης, χρέος όλων των προοδευτικών πολιτών είναι να εργαστούν για την ανατροπή αυτής της αντιδραστικής στροφής, οικοδομώντας νέες πολιτικές συμμαχίες και νέους κοινωνικούς συσχετισμούς στον πολύπαθο αυτοδιοικητικό χώρο. Είναι η μόνη πολιτική απάντηση απέναντι στη συντηρητική αντιμεταρρύθμιση και την παλινόρθωση του καταστροφικού συγκεντρωτισμού.

 

«Η ματαίωση της Αυτοδιοίκησης από τη συγκυβέρνηση Σαμαρά»

 

 

Η ιστορική «ατυχία» του Καλλικράτη είναι ότι συνέπεσε με το ξέσπασμα μιας πρωτόγνωρης δημοσιονομικής κρίσης και την έναρξη της εφαρμογής των ατελέσφορων και αντι-αναπτυξιακών μνημονιακών πολιτικών. Έτσι, μια κατά βάση προοδευτική μεταρρύθμιση, που προέκυψε μέσα από τα ίδια τα σπλάχνα του αυτοδιοικητικού κινήματος, εκφυλίστηκε σταδιακά σε εργαλείο για την εφαρμογή του Μνημονίου και την επιβολή κάθε λογής περιορισμών σε βάρος των θεσμών που εκπροσωπούν τις τοπικές κοινωνίες.

 

Η εξελικτική ματαίωση της Αυτοδιοίκησης δεν αποτελεί, ωστόσο, τυχαίο σύμπτωμα ή αθέλητη συνέπεια του Μνημονίου. Συνιστά, αντιθέτως, συνειδητή πολιτική επιλογή όλων των κυβερνητικών σχημάτων από το 2010 και ένθεν, με αποκορύφωμα τη στάση της σημερινής πολιτικής ηγεσίας της χώρας.

 

Πράγματι, η συγκυβέρνηση Σαμαρά έχει υιοθετήσει σε τέτοιο βαθμό τη πολιτική του συντηρητικού συγκεντρωτισμού και ακυρώνει με τόσο συστηματικό τρόπο τη δυναμική της Αυτοδιοίκησης, που δικαιολογημένα μπορούμε να κάνουμε λόγο για αντιδραστική στροφή του Κεντρικού Κράτους απέναντι στους τοπικούς και περιφερειακούς θεσμούς.

Σήμερα, δεν έχει απλώς εδραιωθεί ένα κλίμα δυσπιστίας και καχυποψίας απέναντι σε κάθε τι αυτοδιοικητικό. Πλέον, μεθοδεύεται συνειδητά και ενορχηστρώνεται επικοινωνιακά από τους κυβερνητικούς κύκλους,  σε αγαστή συνεργασία με την Τρόϊκα και την Task Force, η ίδια η περιθωριοποίηση της Αυτοδιοίκησης και η ταπείνωσή της στα μάτια των πολιτών.  Οι νεότευκτοι καλλικρατικοί θεσμοί αντιμετωπίζονται, με την προσχηματική επίκληση της κρίσης, στην καλύτερη περίπτωση ως σταθερή πηγή αφαίμαξης πόρων και επιβολής περιορισμών χωρίς καμία ιεράρχηση ή αξιολόγηση, ενώ στη χειρότερη ως βαρίδι στην εθνική ανασυγκρότηση και ως νοσηρό σύμπτωμα του διοικητικού μας συστήματος…

 

Σε μια περίοδο που η Αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να αναδειχθεί σε «εθνικό πρωταθλητή» της διεξόδου από την κρίση, εκπέμποντας ένα ισχυρό μήνυμα αποφασιστικότητας και πίστης στις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα για να ανασυνταχθεί, η συγκυβέρνηση Σαμαρά της επιφυλάσσει ρόλο ουραγού, ενοχοποιώντας την για όλα τα δεινά του γραφειοκρατικού, διεφθαρμένου και πελατειακού κράτους…Οι κυβερνώντες δεν κρύβουν πια ότι μετάνιωσαν για την αυτοδιοικητική χειραφέτηση και εργάζονται μεθοδικά για την παλινόρθωση του συγκεντρωτισμού, προκαλώντας τεχνητή ασφυξία στους νέους θεσμούς.

Ο θεσμός των Αιρετών Περιφερειών, που σχεδιάστηκε ακριβώς για να λειτουργήσει ως ο κύριος μοχλός της περιφερειακής ανάπτυξης σε περιόδους κρίσης, βιώνει με τον πιο δραματικό  ίσως τρόπο αυτή την παλινόρθωση. Δεν είναι μόνο η αυθαίρετη – γιγαντιαία- περικοπή των νομοθετημένων πόρων (άνω του 50%) που ακυρώνει κάθε συμβολή των Περιφερειών  στην πυροδότηση της περιφερειακής ανάπτυξης. Ούτε ίσως η παράνομη και αντισυνταγματική παρακράτηση των πόρων που συνοδεύουν τις αρμοδιότητες που τους  αποδόθηκαν. Είναι και το ότι οι Περιφέρειες παρεμποδίζονται συστηματικά στην άσκηση περιφερειακής πολιτικής μέσα από την αποστέρηση κάθε θεσμικά κατοχυρωμένες  δυνατότητας παρέμβασής τους.

Γιατί, άραγε, δεν αναγνωρίζεται ο ρόλος της Περιφέρειας στον χωροταξικό σχεδιασμό;  Γιατί αγνοείται εκκωφαντικά στο επίπεδο του αναπτυξιακού προγραμματισμού και του σχεδιασμού του νέου ΕΣΠΑ;  Γιατί της αρνούνται πεισματικά κάθε εμπλοκή στην έγκριση και την υποστήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων περιφερειακής σημασίας; Γιατί δεν την καθιστούν, όπως συμβαίνει σε ολόκληρη την Ευρώπη, ισότιμο εταίρο στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της αγροτικής ή περιβαλλοντικής πολιτικής;  Γιατί,  δεν ολοκληρώνουν το θεσμικό οπλοστάσιο του «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ», εκδίδοντας επιτέλους τις κανονιστικές πράξεις που εξειδικεύουν  τη συμβολή της στην περιφερειακή ανάπτυξη, εξορθολογίζουν  την οικονομική διαχείριση και διασφαλίζουν  συνθήκες διαφάνειας και χρηστής περιφερειακής διοίκησης; Γιατί επιμένουν να αγνοούν το νόμο και να μην θέτουν σε λειτουργία το θεσμό του Ελεγκτή Νομιμότητας, την ίδια στιγμή που ξιφουλκούν κατά της ανομίας και της απουσίας ελέγχων;

 

Γιατί επιμένουν να χρησιμοποιούν τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις ως το «μακρύ χέρι» της κρατικής γραφειοκρατίας, προκαλώντας αδιανόητες καθυστερήσεις και εμπλοκές στα περιφερειακά αναπτυξιακά έργα; Γιατί εμπιστεύονται δοτούς κρατικούς υπαλλήλους, που καθημερινά καταλύουν τη θεσμική και οικονομική αυτοτέλεια των Περιφερειών με απροκάλυπτους ελέγχους σκοπιμότητας, αντί να συνεργαστούν ισότιμα και δημιουργικά με ευρέως νομιμοποιημένα αιρετά όργανα;

 

Γιατί- κι αυτό είναι ιδιαιτέρως σοβαρό από ηθικοπολιτική σκοπιά – συνεχίζουν να επενδύουν στις καταστροφικές λογικές της κομματικής ή συγκυβερνητικής ευνοιοκρατίας, δημιουργώντας στην πράξη δύο κατηγορίες Περιφερειών, ενισχύοντας από την «πίσω πόρτα» ολίγους εκλεκτούς με παροχές και κρυφές χρηματοδοτήσεις, καταλύοντας κάθε έννοια αξιοκρατίας, ίσης μεταχείρισης και διαφάνειας στην κατανομή των δημοσίων πόρων;  Αρκεί να μελετήσει κανείς προσεκτικά τα συγκεντρωτικά στοιχεία των χρηματοδοτικών εισροών από εθνικούς πόρους στις 13 Περιφέρειες μέσα στο 2012, για να αντιληφθεί το σκάνδαλο των Περιφερειών «δύο ταχυτήτων»…

Θα μπορούσα να προσθέσω άλλα τόσα «γιατί:» ολοκληρώνοντας το θλιβερό κατάλογο των ενεργειών της σημερινής κυβέρνησης που ακυρώνουν, απαξιώνουν και εν τέλει εκμαυλίζουν το χώρο της περιφερειακής αυτοδιοίκησης.  Αδιάψευστος, όμως, μάρτυρας της ματαίωσης του θεσμού των Περιφερειών είναι ο τρόπος που βιώνουν την παρουσία τους οι απλοί πολίτες. Αυτοί δεν κατάφεραν να δούν την τελευταία διετία, παρά την πλούσια προεκλογική ρητορεία του 2010, ούτε «μικρούς πρωθυπουργούς» ούτε «Περιφερειακά Κοινοβούλια» ούτε «τοπικές κυβερνήσεις». Είδαν, αντιθέτως, Περιφερειακά Συμβούλια να λειτουργούν υποτυπωδώς, με έλλειμμα δημοκρατίας, με διαρκή υποβάθμιση του ρόλου των περιφερειακών συμβούλων, με υποτίμηση της Αντιπολίτευσης και με περιθωριοποίηση των παρατάξεων. Είδαν τις Επιτροπές του Περιφερειακού Συμβουλίου να εκφυλίζονται συνεχώς χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη ή ενθάρρυνση, είδαν τις περιλάλητες Επιτροπές Διαβούλευσης σε διακοσμητικό ρόλο και μια σειρά από φιλόδοξα περιφερειακά όργανα είτε να παραμένουν «στα χαρτιά» είτε να ατονούν δραματικά… Και σα να μην έφτανε αυτό το αρνητικό κλίμα των «χαμηλών πτήσεων» και της θεσμικής απαισιοδοξίας, έρχεται κατά καιρούς η Κυβέρνηση να το επιβαρύνει ακόμη περισσότερο με άσκεπτες και επικίνδυνες «φωτοβολίδες», όπως το δήθεν «ενιαίο ψηφοδέλτιο», που ακυρώνει περιφερειακές παρατάξεις και αντιπολιτεύσεις, ή αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική φιλολογία περί παράτασης της θητείας των αυτοδιοικητικών αρχών…

 

Το 1Ο Τακτικό Συνέδριο της Ένωσης Περιφερειών οφείλει να εκπέμψει ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα και προς τη συγκυβέρνηση και προς την κοινωνία: Η Ελλάδα των Περιφερειών αποτελεί απάντηση στην κρίση και ανάχωμα στις αντιαναπτυξιακές πολιτικές του Μνημονίου. Αν η συγκυβέρνηση Σαμαρά μετάνιωσε για τη χειραφέτηση της Αυτοδιοίκησης, χρέος όλων των προοδευτικών πολιτών είναι να εργαστούν για την ανατροπή αυτής της αντιδραστικής στροφής, οικοδομώντας νέες πολιτικές συμμαχίες και νέους κοινωνικούς συσχετισμούς στον πολύπαθο αυτοδιοικητικό χώρο. Είναι η μόνη πολιτική απάντηση απέναντι στη συντηρητική αντιμεταρρύθμιση και την παλινόρθωση του καταστροφικού συγκεντρωτισμού.

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθρο ΑΠΕΚΛΕΙΣΑΝ ΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ ΔΕΗ ΣΤΗΝ ΕΛΑΣΣΟΝΑ
Επόμενο άρθρο Μοσχολιός: Ο Λιβιεράτος θέλει να… εκτρέψει ΣτΕ και Αχελώο