Ηρ. Διώτη: “Το υπουργείο απλά παρατηρεί τη διάλυση της δημόσιας Υγείας”
«Η πρώην υπουργός Υγείας συνειδητά απέφυγε να απαντήσει και στα τρία ερωτήματα που της είχαν τεθεί, σχετικά με την έλλειψη γιατρού, τόσο στο Περιφερειακό Ιατρείο Μητρόπολης Καρδίτσας όσο και στο Π.Ι. Ευαγγελισμού Λάρισας. Αρκέστηκε σε μια απλή παραδοχή ότι πράγματι δεν υπάρχει γιατρός, ενώ δεν είπε κουβέντα ούτε για το μέλλον την πρόσκλησης για κάλυψη κενών θέσεων σε Κέντρα Υγείας, Π.Ι. και πλοία, ούτε και ποια είναι τα υπόλοιπα οργανικά κενά και πώς προτίθεται το υπουργείο να τα καλύψει».
Αυτό δήλωσε η βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ Ηρώ Διώτη, σχολιάζοντας την απάντηση της Μ. Ξενογιαννακοπούλου, σε ερώτηση που είχε καταθέσει στα μέσα Ιουλίου, για το Π.Ι. Μητρόπολης.
Στην απάντηση η υπουργός αναφέρει: «Η ένδειξη “κενό” που εμφανίζεται στην προκήρυξη σημαίνει ότι προσωρινά στο ιατρείο δεν έχει διοριστεί κάποιος ιατρός και καλύπτεται υγειονομικά από όμορα ιατρεία και από το Κέντρο Υγείας στο οποίο ανήκει διοικητικά. Πιο συγκεκριμένα, στο Π.Ι. Ευαγγελισμού παραιτήθηκε και δεν ανέλαβε υπηρεσία ο ιατρός ο οποίος είχε καταλάβει τη θέση. Στο Π.Ι. Μητρόπολης υπηρετούσε μόνιμος αγροτικός ιατρός, ο οποίος συνταξιοδοτήθηκε και η θέση προκηρύχθηκε εκ νέου από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΥΚΑ. Μετά την προκήρυξη των ανωτέρω ιατρείων, καταλήφθηκαν οι θέσεις από ιατρούς υπηρεσίας υπαίθρου».
Όπως επεσήμανε η βουλευτής, το υπουργείο «στα βήματα του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, απλά παρατηρεί τη διάλυση στον χώρο της δημόσιας υγείας και σχολιάζει τα του οίκου του, λες και αφορά κάποιον άλλο υπεύθυνο, κάποιας άλλης χώρας. Ενώ δεσμευόταν ότι οι προσλήψεις στον τομέα της υγείας δε θα σταματήσουν λόγω μνημονίου, επιλέγει τη λύση όχι ενός μόνιμου ιατρού σε απομακρυσμένα χωριά της περιφέρειας, αλλά την πρόσκαιρη κάλυψη των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού με αγροτικούς ιατρούς, που σήμερα είναι, αύριο δε θα είναι. Εμείς επιμένουμε ότι η πρόσβαση των πολιτών σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας είναι κατακτημένο κι αναφαίρετο κοινωνικό αγαθό, και θα διεκδικούμε την αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία και την εφαρμογή σταθερών εργασιακών σχέσεων, για όλους τους εργαζόμενους στην υγεία».