Ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ: 5 υπέρ και 5 κατά


Πολλά ακούστηκαν ήδη για το νέο νόμο για τα ΑΕΙ. Κοιτώντας το νομοσχέδιο
με ψυχραιμία διαπιστώνει κανείς ότι είναι πραγματικά ένας νόμος πλαίσιο,
ένα νόμος που ακουμπάει πολλά από τα προβλήματα και αλλάζει αρκετά από
αυτά.  Για το λόγο αυτό θα πρέπει να το προσεγγίσουμε με κριτική ματιά να
υποστηρίξουμε τα θετικά σημεία και να διορθώσουμε αυτά που κατά τη γνώμη
μας είναι προβληματικά. Προσπαθώντας λοιπόν να συμβάλω προς αυτή την
κατεύθυνση προσπάθησα να ζυγίσω τα υπέρ και τα κατά, αλλά και να ξεχωρίσω
τα σημαντικά από τα ασήμαντα, ώστε να παρουσιάσω τα πέντε πιο σημαντικά
θετικά και τα πέντε πιο αρνητικά σημεία αυτού του νομοσχεδίου. Ξεκινώ με τα θετικά:
1. Η οργάνωση των σπουδών σε επίπεδο Σχολής και σε Προγράμματα Σπουδών
είναι ένα θετικό και αναμφίβολα ένα σημαντικό σημείο, αφού σίγουρα θα
επιτρέψει την καλύτερη διαχείριση των πόρων, τις αλλαγές στα Προγράμματα
Σπουδών ώστε να προσαρμόζονται ευκολότερα στις εξελίξεις, καθώς και την
καλύτερη οργάνωση των μαθημάτων προς όφελος των φοιτητών.
2. Ο θεσμός του εξωτερικού Πρύτανη και των εξωτερικών μελών του Συμβουλίου
είναι θετική εξέλιξη. Ο Πρύτανης δεν ανήκει στο AEI αλλά είναι εξωτερικός,
ενώ μεγάλο μέρος των μελών του Συμβουλίου  είναι και αυτά εξωτερικά.  Έτσι
τα Ιδρύματα συνδέονται με και ανοίγουν προς την κοινωνία, ενώ
δημιουργείται δυναμική που δεν υπήρχε. Επιπλέον, διακρίνω ότι επιχειρείται
ένα διαχωρισμός του Διοικητικού Έργου από το Εκπαιδευτικό Έργο που
αναμφισβήτητα είναι θετικό σημείο, αφού με βάση την προσωπική μου
εμπειρία, ως Διευθυντής της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας μεγάλο ποσοστό
του χρόνου μου αναλώνεται σε διοικητικά καθήκοντα και όχι σε ακαδημαϊκά
θέματα.
3. Η συνεχής αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Προσωπικού αλλά και σε όλα τα
επίπεδα σε συνδυασμό με τα κίνητρα που δίνονται σε αυτούς που επιτυγχάνουν
σημαντικούς στόχους είναι θετικό σημείο, αφού κανένας δεν θα μπορεί να
χαλαρώνει και να απολαμβάνει τα κεκτημένα.
4. Πολύ βασικό σημείο που κατά τη γνώμη μου αξίζει και μόνο για αυτό να
υποστηρίξουμε το νόμο είναι ότι οι φοιτητικές διατάξεις που κάνουν τους
φοιτητές ξανά φοιτητές (αντί για επισκέπτες-περαστικούς που ήταν αρκετοί
από αυτούς). Δηλαδή,
o Αν δε γραφτείς για δύο εξάμηνα διαγράφεσαι
o Αν η φοίτηση διαρκεί παραπάνω από 4 εξάμηνα από την κανονική διάρκεια,
υπάρχουν προϋποθέσεις για την εγγραφή
o Θεσμοθετείται η μερική φοίτηση για τους εργαζόμενους φοιτητές
o Οι εκπρόσωποι των φοιτητών βγαίνουν από ενιαίο ψηφοδέλτιο (έξω τα
κόμματα της ανώτατης εκπαίδευσης –μια από τις μεγαλύτερες γάγγραινες των
ΑΕΙ )
o Οι εκπρόσωποι των φοιτητών ορίζονται για ένα μόνο χρόνο
o Οι εκπρόσωποι πρέπει να βρίσκονται την κανονική διάρκεια των σπουδών
τους, κ.α.
o Καταργείται ο χωρικός προσδιορισμός του πανεπιστημιακού άσυλου που τόσο
βασανίζει τα κεντρικά ΑΕΙ.
5. Θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό, το παράθυρο που ανοίγει ο νόμος για
διοργάνωση προγραμμάτων σπουδών σε άλλες γλώσσες, ή συνεργασίες με
Πανεπιστήμια του εξωτερικού, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό για τη
διεθνοποίηση κάποιων ΑΕΙ και την προσέλκυση φοιτητών από το εξωτερικό (μην
χαμογελάτε… κάποια στιγμή η κρίση θα είναι ανάμνηση και εμείς σήμερα θα
πρέπει να σχεδιάσουμε για το μέλλον).

Τα πέντε πιο σημαντικά αρνητικά σημεία είναι:

1. O διαχωρισμός μεταξύ Πανεπιστημίων και ΤΕΙ παραμένει. Ποτέ δεν κατάλαβα
τι σημαίνει ο «τεχνολογικός χαρακτήρας» των ΤΕΙ, αφού προσωπικά ως
μηχανικός, απόφοιτος πολυτεχνείου, πολλά από όσα ασχολούμαι έχουν
τεχνολογικό χαρακτήρα. Επιπλέον, η διατύπωση ότι τα πανεπιστήμια δίνουν
«ιδιαίτερη έμφαση στην υψηλή και ολοκληρωμένη εκπαίδευση, σύμφωνα με τις
απαιτήσεις της επιστήμης», ενώ τα ΤΕΙ «δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην
εκπαίδευση υψηλής ποιότητας στελεχών στις εφαρμογές των επιστημών» είναι
τουλάχιστον αστεία, ή ατυχής ή εγώ απλά δεν την καταλαβαίνω, αφού στην
πράξη δεν ισχύει. Σήμερα, όλα τα ΑΕΙ, Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, δίνουν
ιδιαίτερη έμφαση στην πρακτική εκπαίδευση των φοιτητών, αλλά και στη
σύνδεση των σπουδών με την επαγγελματική επάρκεια των αποφοίτων. Κατά τη
γνώμη μου η Ανώτατη Εκπαίδευση θα έπρεπε να είναι ενιαία, αφήνοντας στο
κάθε ΑΕΙ την ευθύνη να χαράξει τη στρατηγική που του ταιριάζει. Στο σημείο
αυτό θα εντάξω και το αρνητικό ότι τα ΤΕΙ δεν δικαιούνται να απονέμουν
διδακτορικά.

2. Θεσμοθετείται η Σχολή Μεταπτυχιακών Σπουδών, γεγονός που με οδηγεί να
συμπεράνω ότι τα μεταπτυχιακά προγράμματα αποκόπτονται από τα προπτυχιακά
προγράμματα. Γενικά δεν μπορώ να κατανοήσω πως θα λειτουργήσει ανεξάρτητα,
μια Σχολή Μεταπτυχιακών Σπουδών αποκομμένη από το ομφάλιο λώρο της. Με
δεδομένη την εμπειρία μου ως Διευθυντής του Προγράμματος Μεταπτυχιακών
Σπουδών «Διοίκηση και Διαχείριση Έργων και Προγραμμάτων», του μοναδικού
αυτοδύναμου μεταπτυχιακού προγράμματος που προσφέρεται στο ΤΕΙ Λάρισας,
εκτιμώ ότι τουλάχιστον στην αρχή θα αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα
στελέχωσης, χρηματοδότησης, αλλά και υποδομών.

3. Η κατάργηση της βαθμίδας του λέκτορα ή του καθηγητή εφαρμογών για τα
ΤΕΙ δεν προσφέρει τίποτε και επιπλέον η ύπαρξη μιας βαθμίδας λιγότερο δεν
επιτρέπει τη συνεχή εξέλιξη του επιστημονικού προσωπικού, αφού κάποιος που
εισέρχεται στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή θεωρητικά μέσα σε 10 χρόνια
θα μπορεί να φτάσει στην καταληκτική βαθμίδα  του καθηγητή, ενώ σε
αντίθετη περίπτωση θα χρειαζόταν 15 έτη. Το πιο βασικό επιχείρημα είναι
ότι στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή το προσωπικό που θα προσλαμβάνεται
θα είναι περίπου στην ηλικία των 40 ετών που κατά τη γνώμη μου είναι λίγο
αργά. Η βαθμίδα του λέκτορα/ καθηγητή εφαρμογών επέτρεπε την είσοδο νέων
επιστημόνων στο Πανεπιστήμιο/ΤΕΙ, με όρεξη για δουλειά και φιλοδοξίες,
ανθρώπους που σε ένα βαθμό τώρα θα τους στερηθούμε.

4. Η σύνθεση των εκλεκτορικών σωμάτων είναι πολύπλοκη και σε μεγάλο βαθμό
δυσλειτουργική. Ο νόμος απαιτεί να συμμετέχουν στα εκλεκτορικά, εκλέκτορες
από το εξωτερικό, θεωρώντας ότι οι Έλληνες καθηγητές δεν επαρκούν για να
κρίνουν τους συναδέλφους τους και γενικά είναι καχύποπτος ως προς την
κρίση αυτή.

5. Η σύνδεση της ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη
Εκπαίδευση) με τη χρηματοδότηση των Ιδρυμάτων νομίζω ότι αποτελεί
σημαντικό αρνητικό σημείο και θα αποτελέσει τροχοπέδη στην ανάπτυξη
κουλτούρας ποιότητας στα Ιδρύματα. ʼλλωστε η σύνδεση αυτή ίσως οδηγήσει σε
μεγάλωμα του χάσματος μεταξύ των μεγάλων και ισχυρών Ιδρυμάτων και των
μικρών Ιδρυμάτων και τη δημιουργία ΑΕΙ διαφορετικών ταχυτήτων.
Ανεξάρτητα από ότι πιστεύει ο καθένας μας, τα υπέρ και τα κατά που
βρίσκει, όπως προείπα, ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ είναι πραγματικά ένας νόμος
πλαίσιο, ένα νόμος που αλλάζει πολλά και για το λόγο αυτό θα πρέπει να
εστιάσουμε την κριτική μας στα σημεία που πραγματικά χρειάζονται βελτίωση,
ώστε η επόμενη χρονιά να μας βρει έχοντας στα χέρια ένα εργαλείο που θα
μας επιτρέψει να κάνουμε τι δουλειά μας καλύτερα και το κυριότερο να θα
μας επιτρέψει να προσφέρουμε στα παιδιά μας καλύτερες εκπαιδευτικές
υπηρεσίες.

Καθηγητής Δρ. Πάνος Φιτσιλής
Διευθυντής Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας
ΤΕΙ Λάρισας

Προηγούμενο άρθρο Στην κυκλοφορία ο δρόμος Πυργετού-Κρανιάς
Επόμενο άρθρο ΛΑΡΙΣΑΙΩΝ ΠΟΛΙΣ: «Να τους πιάσουμε στον ύπνο»