Η επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο φυσικό αέριο (1,5 €/γιγατζάουλ), βάσει του εφαρμοστικού νόμου του Μεσοπροθέσμου (Ν. 3986/2011), αποτελεί, πράγματι, ένα φοροεισπρακτικό και αντιαναπτυξιακό μέτρο.
Το νέο χαράτσι θα πλήξει τα νοικοκυριά και θα προκαλέσει τριγμούς στην ελληνική επιχειρηματικότητα, με νομοτελειακή συνέπεια τον πολλαπλασιασμό των «λουκέτων» και την απώλεια θέσεων εργασίας.
Το σημαντικό, μάλιστα, είναι ότι ο νέος φόρος θα σημάνει ευθεία μείωση της ανταγωνιστικότητας των εξαγωγικών, ιδιαίτερα, επιχειρήσεων, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις πρέπει να ανταγωνιστούν επιδοτούμενες βιομηχανίες. Έτσι, πλήθος παραγωγικών και μεταποιητικών ελληνικών επιχειρήσεων μάλλον θα τιμωρηθούν, γιατί απλά επέλεξαν τον ενεργειακό τους εκσυγχρονισμό, εφαρμόζοντας πράσινες πρακτικές προστασίας του περιβάλλοντος.
Επιπροσθέτως, ο νέος φόρος, εκτός όλων των άλλων, θα ανακόψει την προοπτικής διείσδυσης του φυσικού αερίου στην ελληνική αγορά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, όχι μόνο για την ευρύτερη χρήση του καυσίμου, αλλά για την αποτίμηση της ΔΕΠΑ, την οποία η Κυβέρνηση θέλει να ιδιωτικοποιήσει.
Τούτων δοθέντων, ερωτάται ο κ. Υπουργός:
•1. Γιατί η Κυβέρνηση στέρησε από τα νοικοκυριά το «ενεργειακό αποκούμπι» (φυσικό αέριο) που είχαν για την καταπολέμηση της ενεργειακής πενίας; Με άλλα λόγια, ποια ετήσια έσοδα προσδοκά το οικονομικό επιτελείο από την εφαρμογή του μέτρου;
•2. Εάν τα αναμενόμενα έσοδα είναι σχετικά λίγα, σκέπτεται η Κυβέρνηση να αποσύρει τον νέο φόρο και να εφαρμόσει ένα δημοσιονομικά ισοδύναμο μέτρο;
•3. Γιατί το ύψος του φόρου στο φυσικό αέριο είναι δεκαπλάσιο από το ελάχιστο ύψος που προβλέπει η σχετική Οδηγία της Ε.Ε., δηλαδή 0,15 €/γιγατζάουλ;
•4. Υπάρχει η σκέψη εφαρμογής μηχανισμού επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης τουλάχιστον για τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις, ως μέτρο ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγικής βάσης;
Ο Ερωτών Βουλευτής
Αστέριος Γ. Ροντούλης