Παύλος Παπαδόπουλος: “Ο άλλος Πέτρος Κωστόπουλος – Μια προσωπική εμπειρία”


Κόντρα στην τελευταία «μόδα» που θέλει πολλούς να γράφουν χαιρέκακα και φθονερά σχόλια για την «άνοδο και την πτώση» του Πέτρου Κωστόπουλου, θα ήθελα να ξεκινήσω λέγοντας ότι εργάστηκα στα περιοδικά του από το 1993 ως το 1999 και τρέφω μεγάλο σεβασμό για την προσωπικότητα και την προσφορά του στον Τύπο. Η αυστηρά προσωπική μου άποψη είναι ότι ο Κωστόπουλος διαθέτει ιδιότητες χάρη στις οποίες δεν αποκλείεται να επιτύχει ένα εντυπωσιακό comeback. Δεν είμαστε φίλοι. Μετά το 1999 τον συνάντησα τυχαία τρεις ή τέσσερις φορές. Τα περιοδικά του τα διάβαζα σπανίως τα τελευταία χρόνια και οι τηλεοπτικές εκπομπές του δεν μου άρεσαν. Ο Πέτρος παγιδεύτηκε από τις Σειρήνες των κάθε λογής συρμών που και ο ίδιος συνέβαλλε να γεννηθούν στην Ελλάδα της αφθονίας και παρασύρθηκε σε μια ζωή νεόπλουτου. Πολλοί συνεργάτες του αποχώρησαν γιατί παρότι ήταν και παραμένει ευφυής και γενναιόδωρος, διαθέτει ένα «εγώ» που τράφηκε από την επιτυχία και μεγάλωσε τόσο πολύ ώστε θα μπορούσε να γεμίσει το Ολυμπιακό Στάδιο. Η ύβρις ήταν η βασική αιτία της πτώσης του. Επιπλέον, ο Κωστόπουλος δεν κατόρθωσε να αποτελέσει εξαίρεση στον κανόνα ότι η πρωτοπορία του παρελθόντος είναι η συντήρηση του μέλλοντος. Αυτός ο κανόνας βέβαια αποδίδει τη μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι οι επαναστάτες ξεχωρίζουν από τους άλλους ακόμα και όταν έχουν γίνει κατεστημένο.

Το μανιφέστο του ΚΛΙΚ

Όταν τον γνώρισα στις αρχές του 1993 ο Κωστόπουλος ήταν ακόμα επαναστάτης. Ήταν 39 ετών και ετοιμαζόταν να κλείσει έξι χρόνια στη διεύθυνση του ΚΛΙΚ. Μπορεί το ΚΛΙΚ να ανήκε στον Άρη Τερζόπουλο, έναν ευγενικό και έξυπνο εκδότη που συνδυάζει τη δυτική  αισθητική με τις ανατολικές πνευματικές και θρησκευτικές ανησυχίες, αλλά το ΚΛΙΚ ήταν ο Πέτρος. Το ΚΛΙΚ κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1987 και από τότε  ο Κωστόπουλος συγκέντρωσε στο γραφείο της οδού Φραγκοκκλησιάς 7 στον Παράδεισο Αμαρουσίου όλα τα ταλέντα της «νέας δημοσιογραφίας», τον Γιάννη Νένε, τον Γιώργο Πανόπουλο, τη Σοφία Κιντή, τον Παναγιώτη Γεωργόπουλο, τον Γιώργο Παυριανό, τον Δημήτρη Γαλάνη, τον Δημήτρη Παγαδάκη και πολλούς άλλους. Συνεργάστηκαν για να πραγματοποιήσουν το σχέδιο ενός ασεβούς, επιθετικού και έξυπνου περιοδικού που έγινε μύθος γιατί υποστήριζε με κάθε αφορμή και σε κάθε σελίδα έναν αιρετικό και γοητευτικό ατομικισμό.

Είναι κοινός τόπος στην πολιτική επιστήμη ότι η ευημερία αποδυναμώνει τις παλιές συλλογικότητες γιατί ενισχύει τη θέληση και τις δυνατότητες των ατόμων και των ομάδων να εγκαταλείψουν τους παραδοσιακούς μαζικούς κώδικες και να διεκδικήσουν χωρίς συμβιβασμούς έναν νέο τρόπο ζωής, να διαμορφώσουν δηλαδή ένα νέο lifestyle. Το ΚΛΙΚ ήταν το μανιφέστο αυτής της αλλαγής. Η απόρριψη του γάμου και της οικογένειας, ο μόνιμος εορτασμός όλων των εκφράσεων σεξουαλικότητας, η πίστη στην ανωτερότητα της ατομικής προσπάθειας, η γελοιοποίηση των «κλισέ» στο δημόσιο λόγο, η ψύχραιμη αντιμετώπιση των ναρκωτικών, η υιοθέτηση νέων μορφών διασκέδασης, η υποστήριξη των νέων τεχνολογιών, η ανάπλαση της ατομικής ταυτότητας μέσα από την κατανάλωση, η εμμονή με τη νεότητα, η αποθέωση του εαυτού, η ανάδειξη νέων προτύπων αρσενικής και θηλυκής ομορφιάς, η καυστική αμφισβήτηση της πολιτικής και η μαχητική υποστήριξη της άποψης ότι «το μέλλον το χτίζεις μόνος σου» ήταν το  «DNA του ΚΛΙΚ».

Αυτές οι «δομικές αξίες» σε συνδυασμό με το χιούμορ, τον αυτοσαρκασμό και την άμεση και ευθύβολη γραφή συνθέτουν την εξήγηση για τη δύναμη και την επιτυχία του ΚΛΙΚ. Τα άρθρα και τα ρεπορτάζ με αυτά τα χαρακτηριστικά εξέφρασαν πάρα πολλούς νέους ενώ επηρέασαν σχεδόν ολόκληρη τη βιομηχανία του έντυπου και του ηλεκτρονικού τύπου. Πολλοί προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα «δεύτερο ΚΛΙΚ», αλλά απέτυχαν γιατί ενώ μπορούσαν να αντιγράψουν τις σελίδες του ΚΛΙΚ, δεν μπορούσαν να «κλέψουν» το «DNA του ΚΛΙΚ» που βρισκόταν «κλειδωμένο» στο μυαλό του Κωστόπουλου.

Αντίθετα λοιπόν με όσους ισχυρίζονται ότι το ΚΛΙΚ ήταν μία έκφραση της «αισθητικής ΠαΣοΚ», η πραγματικότητα είναι ότι το περιοδικό εξέφραζε την αμφισβήτηση και την αποδόμησή της, και μάλιστα την κατάλληλη στιγμή, δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας του ’80 όταν οι συλλογικότητες της «πρώιμης μεταπολίτευσης» κατέρρεαν ακριβώς εξαιτίας της επιτυχίας του ΠαΣοΚ να επιστρατεύσει ορθόδοξα και ανορθόδοξα μέσα για να απλώσει την ευημερία στην κοινωνία και να διευρύνει τις δυνατότητες και τις επιλογές των Ελλήνων.

Η σχέση με τον Ανδρέα

Ο Κωστόπουλος ήταν πάντα στο ΠαΣοΚ και, αν μείνει το ΠαΣοΚ για πάντα, θα μείνει για πάντα στο ΠαΣοΚ. Ήταν το πιο ασυμβίβαστο από τα αγαπημένα παιδιά του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Πέτρος ήταν 20 ετών όταν ο Ανδρέας επέστρεψε στην Ελλάδα στις 16 Αυγούστου 1974 και συμμετείχε και αυτός στην ιστορική υποδοχή στο αεροδρόμιο του «Ελληνικού». Τον είχε φέρει μαζί του ο Κώστας Λαλιώτης, τρία χρόνια μεγαλύτερός του, με τον οποίο έγιναν κολλητοί τα τελευταία χρόνια της χούντας και παραμένουν φίλοι μέχρι σήμερα.

Η χειραψία με τον Ανδρέα τον έκανε «για πάντα ΠαΣοΚ» όπως του αρέσει να διηγείται. «Ήταν σαν να με διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα», έλεγε. Κάτι άλλο που του αρέσει να επαναλαμβάνει ήταν ότι γεννήθηκε την ίδια ημέρα με τον Ανδρέα (5 Φεβρουαρίου). Ήταν ο Ανδρέας εκείνος που τον τοποθέτησε το 1981 σε υψηλή θέση στην ελληνική αποστολή στις Βρυξέλλες. Έμεινε τρία χρόνια και αργότερα εργάστηκε στην Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς όπου μεταξύ άλλων ήταν υπεύθυνος για την Μπιενάλε Θεσσαλονίκης (1986). Αργότερα απομακρύνθηκαν, αλλά μετά την επιστροφή του στην κυβέρνηση το 1993 ο Ανδρέας έδωσε την πρώτη του συνέντευξη στον Πέτρο. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΝ με τίτλο «το μεγάλο comeback του Ανδρέα». Είχαν αρκετό καιρό να συναντηθούν και στο διάστημα αυτό ο Πέτρος έγραψε στο ΚΛΙΚ αρκετά editorial εναντίον του ΠαΣοΚ και του προέδρου του που ο Ανδρέας φυσικά είχε διαβάσει. «Γιατί πήγες τόσο απέναντι;», τον ρώτησε πατρικά μόλις τον είδε στο Μέγαρο Μαξίμου. Ήταν μια από τις λίγες φορές που ο μονίμως ετοιμόλογος Πέτρος δεν είχε έτοιμη την απάντηση.

Στις 21 Νοεμβρίου 1995 ο Ανδρέας εισάγεται στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο. Τα κανάλια μεταδίδουν ότι η κατάσταση της υγείας του είναι κρίσιμη. Ο Πέτρος μιλάει συνέχεια στο τηλέφωνο με τον Λαλιώτη. Έχει μόλις ιδρύσει την ΙΜΑΚΟ. Το δεύτερο τεύχος του NITRO είναι σχεδόν έτοιμο, αλλά ο Πέτρος σταματάει την έκδοση. Σκέπτεται να αφιερώσει το editorial στον Ανδρέα, αλλά τελικά αποφασίζει να γράψει ο ίδιος ένα μεγάλο αφιέρωμα. Ο Πέτρος ποτέ δεν έγραφε μόνος του, ούτε άγγιζε τον υπολογιστή. Υπαγόρευε πάντοτε, συνήθως στην Σοφία Κιντή, κολλητή φίλη του και σπουδαία δημοσιογράφο, μαζί του από το 1987. Εμπιστευόταν το ένστικτο και την κρίση της και συζητούσαν τα περισσότερα απ’ όσα έγραφε προτού πάρουν τελική μορφή. Η υπαγόρευση γινόταν μπροστά σε όλους. Δεν απαιτούσε «ειδικές συνθήκες», ούτε ήταν οργανωμένος. Αυτοσχεδίαζε. Έτρωγε, κάπνιζε, γελούσε, μιλούσε στα τηλέφωνα, «μετρούσε» τις αντιδράσεις μας και χαιρόταν σαν μικρό παιδί όταν μας άρεσαν τα επιχειρήματα, τα βρομόλογα, οι φιλοσοφίες και οι υπερβολές του.

Εκείνο το βράδυ όμως ήταν διαφορετικό από τα άλλα. Παράγγειλε κινέζικο για όλους από το γνωστό (υπάρχει και σήμερα) εστιατόριο Saipan στο Χαλάνδρι από το οποίο συνήθιζε να παραγγέλνει το δικό του φαγητό τα μεσημέρια ή να το επισκέπτεται τα βράδια με την παρέα του. Ο λογαριασμός έφτασε κοντά στις 100.000 δραχμές, ποσό μεγάλο για την εποχή που πλήρωσε ο ίδιος όπως έκανε πάντα αφού το κέρασμα των συνεργατών ήταν «έθιμο» που επαναλαμβανόταν συχνά. Έστησε λοιπόν ένα συμπόσιο και υπαγόρευσε ένα συγκινητικό κείμενο για τον Ανδρέα με τίτλο «Ο άνθρωπος που σνόμπαρε την ιστορία». Θεωρούσε τον Ανδρέα «δεύτερο πατέρα» του και θρηνούσε το τέλος του, χωρίς θλίψη και δάκρυα, με γενναιότητα, ανθρωπιά και γλέντι, σαν ένας μοντέρνος Ζορμπάς. Το αποχαιρετιστήριο κείμενο άρεσε και στον Ανδρέα, ο οποίος το διάβασε, αφού δεν πέθανε τότε, αλλά επτά μήνες μετά.  

Ο διανοούμενος Πέτρος

Το 1975 πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει οικονομικά στη Σορβόνη. Ήταν άφραγκος, αλλά η δύναμη της νεότητας έφτανε και περίσσευε. Ο πατέρας του είχε περιουσία, αλλά την έχασε σταδιακά τη δεκαετία του ’60. Στη δεκαετία του ’70 ήταν ταξιτζής στο Βόλο. Ο Πέτρος, που είναι το δεύτερο παιδί του, όταν επέστρεφε από το Παρίσι τα καλοκαίρια και τις γιορτές οδηγούσε το ταξί για να κερδίσει το απαραίτητο χαρτζιλίκι. Τα χρήματα που του έστελνε ο πατέρας του δεν αρκούσαν, και όπως αρκετοί φοιτητές έπρεπε να είναι πολύ εφευρετικός για να τα βγάλει πέρα. Για παράδειγμα μορφώθηκε κλέβοντας βιβλία από το αγαπημένο του βιβλιοπωλείο. Από την άλλη πλευρά, δεν ήταν λίγες οι φορές που ξόδευε όλα τα χρήματα που διέθετε για τις ανάγκες της εβδομάδας για να κάνει το τραπέζι στη γυναίκα που ήταν μαζί του εκείνη την περίοδο στο καλύτερο εστιατόριο του Παρισιού. Μετά έπρεπε αναγκαστικά να μένει στο σπίτι και να τρώει όσπρια κάθε μέρα, αλλά θυμόταν με υπερηφάνεια αυτές τις «υπερβολές» είκοσι χρόνια μετά, το 1995 στο ΚΛΙΚ, όταν το χρήμα έρεε και με την αμοιβή του (που ήταν 15% επί των καθαρών κερδών) έχτιζε το σπίτι του στην Μύκονο, που τώρα έχασε. Μάλιστα συνιστούσε ανεπιφύλακτα στους συντάκτες αυτές τις συμπεριφορές. «Να είσαι γενναιόδωρος, να ρισκάρεις τα πάντα και να μην υπολογίζεις τίποτα όταν συναντήσεις τον άνθρωπο που θα αγαπήσεις», έλεγε.

Επέστρεψε από το Παρίσι με διδακτορικό στα οικονομικά με τίτλο επηρεασμένο από τα ακαδημαϊκά ενδιαφέροντα του Ανδρέα: «Η οικονομική ανάπτυξη στην περιφέρεια του καπιταλισμού». Αλλά ενώ μιλούσε συνεχώς για το Παρίσι δεν έδινε σημασία στα πτυχία του και σπάνια τα ανέφερε. Η διδακτορική διατριβή ξέμεινε στη μετακόμιση από το σπίτι του στο Θησείο στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Τη βρήκε πεταμένη στο πάτωμα ένας φίλος του που ήταν ο επόμενος ενοικιαστής του σπιτιού και του την έφερε στο ΚΛΙΚ. Δεν ήθελε να φαίνεται διανοούμενος και δεν του άρεσε να παριστάνουμε τους «σκεπτόμενους». «Εσύ δεν κάνεις για το ΚΛΙΚ» μου έλεγε δήθεν αυστηρά. «Είσαι πολύ διανοούμενος». Του απαντούσα ότι εκείνος είναι «χειρότερος» διανοούμενος, αλλά το κρύβει επιμελώς.

Ο εκδότης που το παράκανε με τη Μύκονο, τα μοντέλα και τον Armani διαθέτει θεωρητική συγκρότηση και χαρακτηρίζεται από μια πολύ έντονη αίσθηση ματαιότητας. Αντί όμως να την αφήσει να τον καταβάλλει, την μετέτρεψε σε κίνητρο επιτυχίας. Η φιλοσοφία του είναι ότι αφού η ζωή είναι μια αναπόφευκτη διαδρομή από τη μήτρα στο μνήμα γιατί να μην τολμήσεις μικρά και μεγάλα ρίσκα στο ενδιάμεσο; Γιατί να μην δοκιμάσεις ακόμα και το «λάθος»; Στον Κωστόπουλο δεν αρέσουν οι διανοούμενοι γιατί γνώρισε και ταυτίστηκε με έναν από τους σημαντικότερους και μάλλον οι υπόλοιποι του φαίνονται ψεύτικοι. Στο Παρίσι, εκτός από επικεφαλής των ελλήνων φοιτητών, ήταν ένας από τους αγαπημένους φοιτητές του Νίκου Πουλαντζά, του διεθνώς αναγνωρισμένου θεωρητικού του δομικού μαρξισμού.

Ο Πουλαντζάς απέρριπτε την κλασική μαρξιστική θέση ότι το άτομο είναι υποκείμενο της Ιστορίας και υποστήριζε αντίθετα ότι το άτομο διαμορφώνει την Ιστορία με την ενεργό συμμετοχή του στην πάλη των τάξεων η οποία διεξάγεται διαρκώς σε όλα τα πεδία της κοινωνικής δομής – το ιδεολογικό, το κοινωνικό και το πολιτικό. Η αποθέωση του εαυτού και η μαγεία του ατομικισμού που χαρακτηρίζει τον Κωστόπουλο και τα έντυπα που δημιούργησε μπορεί να ερμηνευτεί ως επιρροή του Πουλαντζά. Ο Πουλαντζάς ξεχώριζε τον Κωστόπουλο για το μυαλό, το πείσμα και την αυτοπεποίθησή του. Συζητούσαν με τις ώρες. «Μια μέρα ρώτησα τον Πουλαντζά να μου προτείνει τα βιβλία που έπρεπε να διαβάσω για να καταλάβω καλύτερα την πολιτική» μου είπε ένα απόγευμα στο Nitro. «”Διάβασε μόνο τον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι και θα καταλάβεις τα πάντα”, απάντησε χωρίς να με κοιτάξει. Αυτό να κάνεις κι εσύ. Διάβασε τον Ηγεμόνα». 

Ο Πουλαντζάς αυτοκτόνησε στα 43 του στις 3 Οκτωβρίου 1979. Σύμφωνα με μια εκδοχή συζητούσε ήρεμα για την πολιτική και τη φιλοσοφία με δύο φίλους στο σπίτι του και με απόλυτη φυσικότητα σηκώθηκε από τον καναπέ, βγήκε στη βεράντα και έπεσε από το μπαλκόνι. Ο Πέτρος θύμωσε πολύ όταν το έμαθε. Ερμήνευσε την αυτοκτονία ως προδοσία των αρχών για την ανωτερότητα και την υπεροχή του ατόμου επί των εξωτερικών συνθηκών. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο ίσως κατέφυγε στον θυμό επειδή δεν αντέχει το θρήνο. Στο ΚΛΙΚ και στο Nitro δεν συζητούσαμε και δεν γράφαμε ποτέ για θανάτους και κηδείες. Δεν ήθελε. «Η σκοτεινή πλευρά της ζωής υπάρχει και δεν μπορούμε να την νικήσουμε», έλεγε. «Γιατί λοιπόν να της δίνουμε περισσότερη σημασία απ’ όση έχει; Εμείς πρέπει να επιμένουμε στη φωτεινή πλευρά».

Πως ίδρυσε την ΙΜΑΚΟ

Μετά τον Δεκαπενταύγουστο του 1995 επιστρέφει από τις διακοπές στη Μύκονο και ανακοινώνει ότι θα αποχωρήσει από τις «Ειδικές Εκδόσεις» του Άρη Τερζόπουλου για να δημιουργήσει τα δικά του περιοδικά. Μας είπε ότι ζήτησε ποσοστό 15% επί της ιδιοκτησίας του ΚΛΙΚ, αλλά ο Τερζόπουλος αρνήθηκε να του το προσφέρει και γι’ αυτό αποφάσισε να φύγει. «Δεν θέλω να κάνω ζημιά στον Άρη», είπε, «αλλά προφανώς υπάρχει ανοιχτή πρόταση για όλους σας με τις ίδιες αμοιβές». Προσέθεσε και τις αμφιβολίες του. «Δεν ξέρω αν θα πετύχω και αν θα έχετε δουλειά σε έξι μήνες γι’ αυτό η απόφαση είναι δική σας. Αν δεν είστε σίγουροι καλύτερα να μείνετε στο ΚΛΙΚ». Οι 78 στους 80 τον ακολουθήσαμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Γνωρίζαμε ότι δεν υπάρχει ΚΛΙΚ χωρίς τον Πέτρο.

Δεν ήταν εύκολο να δουλεύεις με τον Κωστόπουλο. Η τελειομανία του τρέλαινε τους αρχισυντάκτες και συχνά καταπίεζε τους δημοσιογράφους και τους γραφίστες. Πολλοί νομίζουν ότι άραζε στη δερμάτινη καρέκλα του εκδότη, άπλωνε τα πόδια πάνω στο γυάλινο γραφείο, άναβε το πούρο και τα περιοδικά κρέμονταν στα περίπτερα ως δια μαγείας. Αλλά η αλήθεια είναι ότι οι εκδόσεις δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ψαχνόταν και παιδευόταν ασταμάτητα. Συχνά ακύρωνε μία έκδοση δυο μέρες προτού ολοκληρωθεί η εκτύπωση. Η φράση «Ο Πέτρος πέταξε το τεύχος στα σκουπίδια και τώρα το ξαναγράφουμε και το ξανασχεδιάζουμε» ήταν απαραίτητο να ακουστεί στο γραφείο δυο-τρεις φορές το χρόνο. Από την άλλη πλευρά πρόσφερε αμοιβές δύο και τρεις φορές μεγαλύτερες από την υπόλοιπη αγορά γιατί πίστευε ότι το ταλέντο πρέπει να πληρώνεται και ότι οι δημοσιογράφοι, οι φωτογράφοι, οι στυλίστες και οι γραφίστες πρέπει να συμμετέχουν στην επιτυχία των περιοδικών.

Ο «θείος Πέτρος» και το sex

Ο Πέτρος ήξερε για τη ζωή όλων μας και μόλις μας έβλεπε «down» ενδιαφερόταν αμέσως να μάθει «τι τρέχει». Πάντα έτοιμος να σου δώσει συμβουλές και να σε στηρίξει ηθικά. Κάπως έτσι προέκυψε το «θείος». Δεν τον λέγαμε ποτέ «θείο» μπροστά του, αλλά το ήξερε ότι αυτό ήταν το παρατσούκλι του. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 το «θείος» έδινε και έπαιρνε πίσω από την πλάτη του. «Που είναι ο θείος;», «τι κάνει ο θείος;», «τι λέει ο θείος;». Δεν ήταν ούτε 40, αλλά είχε πατρικό στυλ. Πολλοί πιστεύουν ότι το ΚΛΙΚ και το Nitro πουλούσαν επειδή είχαν κάθε μήνα σεξ, αλλά η αλήθεια είναι ότι πουλούσε το σεξ που παρουσιαζόταν κάθε μήνα με την αισθητική, το ύφος και τη γλώσσα του ΚΛΙΚ και του Nitro. Η ελληνική κοινωνία ήταν τόσο υποκριτικά οπισθοδρομική και συντηρητική που το 1988 έγινε σάλος επειδή το ΚΛΙΚ κυκλοφόρησε με αφιέρωμα στο AIDS και δώρο ένα προφυλακτικό. Είμαστε όμως και μια κοινωνία που μαθαίνει γρήγορα. Εκτός των άλλων το ΚΛΙΚ και το Nitro ήταν μια εγκυκλοπαίδεια σε συνέχειες για τη σωματική και ψυχολογική «ανατομία του έρωτα» που πολλοί νέοι απέκτησαν, διάβασαν και αγάπησαν. Ο Πέτρος πίστευε ότι όσοι ενοχλούνται από το σεξ είναι ανέραστοι και κακόγουστοι. Κάποτε υπερασπίστηκε τα θέματα με σεξ με το επιχείρημα ότι «οι αρχαίοι Έλληνες ζωγράφιζαν πορνό στους αμφορείς για να πουλάνε περισσότερο». Το βέβαιο είναι ότι πολλοί από εκείνους που κατέκριναν τα περιοδικά του έγιναν μιμητές του, αλλά κανένας δεν κατάφερε να «ζωγραφίσει πορνό στους αμφορείς» με την ίδια επιτυχία…   

Ένα θέμα που του άρεσε πάντα να συζητά και να γράφει είναι τα μεγάλα comeback, οι εντυπωσιακές επιστροφές μετά από μεγάλες αποτυχίες στην πολιτική, στην τέχνη, στον αθλητισμό, στις επιχειρήσεις. Προφανώς πρέπει τώρα να δοκιμάσει αν μπορεί και ο ίδιος να κάνει τη μεγάλη επιστροφή. Είναι πολλοί όσοι είναι σίγουροι ότι δεν θα τα καταφέρει και χαίρονται πολύ γι’ αυτό. Η σχέση του με το χρόνο είναι δύσκολη. Έχει μανία να μείνει νέος και προσπαθεί να το πετύχει με γυμναστική, με διατροφή και με προσθετικές μαλλιών. Τον Φεβρουάριο του 1994 έκλεισε τα 40. «Φοβάσαι που έγινες 40;» τον ρώτησα με την αυταρέσκεια των 22. «Νομίζεις ότι σε αποχαιρετά η νεότητα;». «Καθόλου», απάντησε και συνέχισε με έναν ωραίο χρησμό. «Όπως στα 40 είμαι καλύτερος από τα 20 έτσι και στα 60 θα είμαι καλύτερος από τα 40». Τον Φεβρουάριο του 2012 έκλεισε τα 58. Όσοι δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να παραδεχθούμε ότι κερδίσαμε πολλά δουλεύοντας μαζί του, ευχόμαστε να βρει τη δύναμη για να επιβεβαιώσει τον χρησμό

Προηγούμενο άρθρο Δηλώσεις Μ. Χαρακόπουλου: «Ως αυριανός πρωθυπουργός ο Αντώνης Σαμαράς στην Ευρώπη»
Επόμενο άρθρο Σύλληψη δύο αλλοδαπών για κλοπή