Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η συμφωνία Ελλάδος – Γαλλίας της 28ης Σεπτεμβρίου έχει εξέχουσα ιστορική σημασία. Πρόκειται για ένα από αυτά τα γεγονότα στη ζωή ενός κράτους που καθορίζουν τις μελλοντικές του εξελίξεις σε βάθος πολλών χρόνων, ίσως και δεκαετιών. Η ευόδωση της προσπάθειας συνιστά, οπωσδήποτε, μια μεγάλη επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, γιατί χωρίς την αποφασιστικότητα που επιδείχθηκε δεν θα ήταν δυνατόν να επωφεληθεί η χώρα από την απρόσμενα ευνοϊκή για την πλευρά μας διεθνή συγκυρία. Διότι, πανθομολογουμένως, η συμφωνία AUKUS μεταξύ ΗΠΑ, Μ. Βρετανίας και Αυστραλίας, που στρέφει το κύριο βάρος της αγγλοσαξονικού κόσμου προς τον Ειρηνικό, με την ταυτόχρονη ακύρωση της κολοσσιαίας παραγγελίας υποβρυχίων εκ μέρους της Αυστραλίας από την Γαλλία, αλλά και το νέο πολιτικό τοπίο στη Γερμανία άνοιξαν τον δρόμο για την ελληνογαλλική συμφωνία.
Το σπουδαίο σε αυτήν δεν είναι μόνον η απόκτηση των τελευταίας τεχνολογίας φρεγατών, που αποκαθιστά με το παραπάνω την ισορροπία ισχύος στο Αιγαίο αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο έναντι της Τουρκίας, αλλά και η ρήτρα της αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής σε περίπτωση απειλής της εδαφικής κυριαρχίας. Η Ελλάδα δικαιούται πλέον να μην αισθάνεται μόνη απέναντι στην επιθετικότητα και στον αναθεωρητισμό της γείτονος. Η ταχεία διαδικασία αναβάθμισης των αμυντικών ικανοτήτων που ενισχύουν την αποτρεπτική μας ισχύ και η εντατική και δημιουργική διπλωματική αντεπίθεση της Αθήνας ήδη έφεραν την Ελλάδα στο προσκήνιο των εξελίξεων στην Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο άξονας Γαλλίας-Ελλάδας, στις νέες συνθήκες που διαμορφώνουν οι προτεραιότητες των ΗΠΑ, συνιστούν το απτό πρόπλασμα μιας νέας ευρωπαϊκής αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής, ενός ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ εντός του ΝΑΤΟ, όπως ευφυώς ελέχθη. Είναι πράγματι εκπληκτικό το ότι η χώρα μας, από ένα είδος προβληματικού εταίρου εντός της Ε.Ε. πριν μερικά χρόνια, κερδίζει σήμερα με το σπαθί της έναν προνομιακό ρόλο στην διαμόρφωση του κοινού ευρωπαϊκού αύριο. Κι αυτό αποδεικνύει ότι όταν υπάρχει σχέδιο, αποφασιστικότητα, επιμονή και υπομονή μπορούν να συμβούν οι μεγαλύτερες ανατροπές.
Ωστόσο, η νέα ελληνο-γαλλική συμμαχία δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Δεν είναι ούτε συγκυριακή ούτε καιροσκοπική. Βασίζεται σε γερά θεμέλια που έχουν τεθεί πριν από δεκαετίες, επί ενός ολοκληρωμένου οράματος για μια Ευρώπη ενωμένη και ισχυρή, φορέα των παραδοσιακών αξιών του κοινού ευρωπαϊκού μας πολιτισμού. Είναι το όραμα που υπηρέτησε πιστά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, και το προώθησε μέσω της φιλίας του με τον στρατηγό Ντε Γκωλ –που έφτασε μέχρι το σημείο να ονειρευτεί ακόμη και μια Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια- και στη συνέχεια με τον ΖισκάρΝτ΄ Εσταίν, του ανθρώπου που περισσότερο απ’ όλους τους φίλους μας εργάστηκε για να γίνει η Ελλάδα μέλος της τότε ΕΟΚ. Το νήμα των στενών ελληνογαλλικών σχέσεων στην πραγματικότητα δεν χάθηκε ποτέ, ούτε, για παράδειγμα, από τον Ανδρέα Παπανδρέου, που τόλμησε και αγόρασε με την “αγορά του αιώνα” τα Μιράζ, ούτε από τον Κώστα Καραμανλή, που δρομολόγησε με τον τότε πρόεδρο Σαρκοζί μια ανάλογη με την σημερινή συμφωνία το 2008. Κι αυτή η σχέση σήμερα μπορεί, χωρίς να έρχεται σε αντίθεση με τον ατλαντικό σχεδιασμό, να μετεξελιχθεί σε όχημα επιρροής στην ανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, αλλά, γιατί όχι, και στην βαλκανική ενδοχώρα. Στον ευρύτερο δηλαδή χώρο που επιδιώκει η Άγκυρα να προωθήσει τις νεοοθωμανικές της εμμονές. Βεβαίως, δεν πρέπει να υπάρχουν ψευδαισθήσεις ότι η Τουρκία θα αναδιπλωθεί και θα περιορίσει τις διεκδικήσεις της. Η μέχρι σήμερα πολιτεία του Ερντογάν δεν μας αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Σ’ αυτό συνηγορούν η ευθεία αγνόηση των αμερικανικών προτροπών για συμμόρφωση στις αρχές της συμμαχίας και η χωρίς αναστολές ετοιμότητά του να χρησιμοποιήσει ακόμη και βία για την επίτευξη των στόχων του -όπως έκανε και κάνει στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στο ΝαγκόρνοΚαραμπάχ. Μόνον που απέναντί του αντιλαμβάνεται και ο ίδιος ότι έχει μια Ελλάδα που μπορεί αποτελεσματικά να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε απειλή ενάντια στην κυριαρχία και στα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, πρώην υπουργός.