«Παραπάει να μιλάνε για πολιτικαντισμό αυτοί που το 1989 άλλαξαν παραμονές των εκλογών τον εκλογικό νόμο. Έφεραν την απλή αναλογική όπως ψήφισε και ο ΣΥΡΙΖΑ παραμονές της πτώσης του. Χρειάστηκαν τρεις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις και 47%, προκειμένου τότε η Νέα Δημοκρατία να σχηματίσει οριακή πλειοψηφία για να κυβερνήσει τη χώρα». Τα παραπάνω τόνισε ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος απαντώντας στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, κ. Κώστα Σκανδαλίδη, ο οποίος είχε ταχθεί κατά της αλλαγής του εκλογικού νόμου στην ομιλία του, στη διάρκεια της συζήτηση στη Βουλή του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Ο κυβερνητικός βουλευτής στην αγόρευσή του υπογράμμισε ότι «άκουσα με προσοχή τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ τον κ. Σκανδαλίδη να αναλώνει μεγάλο μέρος της ομιλίας του για να εκφράσει την αγωνία του στο ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου. Επειδή είμαι εξ αυτών που δημόσια έχουν τοποθετηθεί υπέρ της ανάγκης αλλαγής του εκλογικού νόμου με στόχο τη σταθερότητα, επιτρέψτε μου μια μικρή απάντηση. Η κριτική που ασκείται από την αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και κυρίως από το Κίνημα Αλλαγής, το ΠΑΣΟΚ, είναι ότι αυτή η ενδεχόμενη αλλαγή του εκλογικού νόμου θα είναι μία μη θεσμική στάση από πλευράς της Κυβέρνησης. Γιατί, όμως, μιλάμε για το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Το θέμα τίθεται διότι έχουμε μια άκρως αντιθεσμική συμπεριφορά από τον αρχηγό του τρίτου κόμματος, του ΚΙΝΑΛ, τον κ. Ανδρουλάκη, ο οποίος λέει ότι εκ προοιμίου δεν θα σεβαστεί τη λαϊκή εντολή, που αυτοδίκαια δίνει το δικαίωμα της εντολής σχηματισμού κυβέρνησης στον αρχηγό του πρώτου κόμματος».
Να μην μπει η χώρα σε περιπέτειες
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος επισήμανε πως ο κ. Ανδρουλάκης λέει ότι «όποιος και αν είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, είτε ο κ. Μητσοτάκης, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας -που όλες οι έρευνες κοινής γνώμης δείχνουν ότι θα είναι το πρώτο κόμμα ή αν -ω μη γένοιτο- ήταν ο κ. Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, δεν θα δεχόταν ο αρχηγός του πρώτου κόμματος να είναι πρωθυπουργός. Άρα, λοιπόν, η χώρα θα έμπαινε σε μια περιπέτεια, σε μια πολιτική αστάθεια και το τελευταίο που χρειαζόμαστε εν μέσω ενός κυκεώνα τέτοιων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας αυτή την ώρα, κυρίως με τον εξ ανατολών γείτονα που απειλεί ευθέως με casusbelli, με εισβολή στα ελληνικά νησιά, είναι η αστάθεια. Χρειαζόμαστε ισχυρή Κυβέρνηση η οποία θα αντιδρά γρήγορα, θα παίρνει αποφάσεις γρήγορα, ώστε να αντιμετωπίσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο κάθε πρόκληση».
Απάντηση Σκανδαλίδη
Απαντώντας ο κ. Σκανδαλίδης είπε, μεταξύ άλλων, ότι «το πρόβλημα της διακυβέρνησης, κύριε συνάδελφε, δεν είναι μονάχα πρόβλημα σχηματισμού μιας κυβέρνησης. Είναι πρόβλημα διαφορετικών απόψεων στη δημοκρατία για τον τρόπο που κυβερνιέται η χώρα. Αν ένα κόμμα έχει μια διαφορετική άποψη, τελείως διαφορετική από το τρόπο που κυβερνά ο κ. Μητσοτάκης, πρέπει να κάνει συγκυβέρνηση μαζί του στο όνομα της σταθερότητας; (…) Η δημοκρατία κυβερνιέται είτε με μονοκομματικές είτε με πολυκομματικές κυβερνήσεις στη βάση ενός κυβερνητικού προγράμματος συμφωνημένου από ομοϊδεάτες, εκτός αν είναι εθνική κρίση και μπορεί να γίνεται κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή οτιδήποτε άλλο. Εάν δεν υπάρχει αυτό, αποφασίζει ο λαός, μια εκλογή, δυο εκλογές, τρεις εκλογές, δέκα εκλογές, δική του είναι η πλειοψηφία, αυτός αποφασίζει. Εσείς θα καταργήσετε τις διαφορές των κομμάτων στο όνομα της σταθερότητας;».
Δευτερολογία Χαρακόπουλου
Στην δευτερολογία του ο Μάξιμος Χαρακόπουλος επισήμανε ότι «κύριε Σκανδαλίδη, εγώ δεν είπα ότι θα αποκλείσουμε τον μετεκλογικό διάλογο. Το ζητούμενο είναι, για να υπάρχει μια μετεκλογική συνεργασία, να συμφωνήσουμε σε ένα κυβερνητικό πρόγραμμα. Αυτό είναι αυτονόητο, βεβαίως. Εάν δεν συμφωνήσουμε σε ένα κυβερνητικό πρόγραμμα -εάν δεν υπάρχει αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας- δεν μπορούμε να κάνουμε μια κυβέρνηση συνεργασίας. Όμως, όταν ο αρχηγός σας εκ προοιμίου -πέραν του αν θα μπορέσουμε να συμφωνήσουμε σε μία μετεκλογική κυβερνητική συμπόρευση με ένα συμφωνημένο πρόγραμμα- λέει ότι δεν θα δεχθεί ο αρχηγός του πρώτου κόμματος να είναι Πρωθυπουργός, δεν καταστρατηγείται ο σεβασμός στη λαϊκή κυριαρχία; Αυτό είναι το μείζον και γι’ αυτό αναγκαζόμαστε να κάνουμε όλη αυτήν τη συζήτηση για αλλαγή του εκλογικού νόμου. Εμείς ψηφίσαμε έναν εκλογικό νόμο που έδινε τη δυνατότητα του κλιμακωτού μπόνους, έτσι ώστε εάν το πρώτο κόμμα δεν πετύχαινε το 38%, να υπήρχε η δυνατότητα συνεργασιών. Η συνεργασία, βεβαίως, προϋποθέτει ότι θα συμφωνήσουμε σε ένα κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα.
Εσείς, όμως, πέραν της συμφωνίας σε ένα κοινό πρόγραμμα κυβερνητικού σχεδιασμού, βάζετε ως προϋπόθεση να μην είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος Πρωθυπουργός.
Ο κ. Ανδρουλάκης έχει πει ότι δεν θα δεχθεί ούτε ο Μητσοτάκης ούτε ο Τσίπρας να είναι πρωθυπουργοί, ‘‘δεν θα συναινέσω’’ είπε. Όταν, λοιπόν, λέει ότι δεν θα είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, πρωθυπουργός, δεν σέβεται τη λαϊκή ετυμηγορία».