Φαίνεται ότι ζούμε στη χώρα που η βενζίνη είναι ακριβότερη και από μια ανθρώπινη ζωή. Φαίνεται ότι ζούμε στη χώρα όπου εκείνοι που καθήκον τους είναι να προστατεύουν τις ζωές μας, αφαιρούν με μεγάλη ευκολία ζωές νέων ανθρώπων.
Αναφέρομαι φυσικά στο τραγικό περιστατικό του αστυνομικού που πυροβόλησε τον νεαρό Ρομά στο κεφάλι, επειδή έβαλε 20 ευρώ βενζίνη στο αυτοκίνητό του και έφυγε χωρίς να πληρώσει. Το φοβερό είναι ότι, όπως λέγεται, ο ιδιοκτήτης του πρατηρίου είχε πει στους αστυνομικούς ότι επρόκειτο για βενζίνη αξίας 20 ευρώ. Βεβαίως το παιδί ήταν Ρομά, ίσως η δική του ζωή ν’ αποτιμάται λιγότερο.
Και αυτό έγινε 14 χρόνια μετά από τις 6 Δεκεμβρίου του 2008, που ένας άλλος αστυνομικός πυροβόλησε στο κεφάλι και σκότωσε ένα άλλο παιδί, τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο.
Τι κρίμα που οι αστυνομικοί δεν δείχνουν την ίδια αυστηρότητα απέναντι στους εμπόρους ναρκωτικών, που ανενόχλητοι μοιράζουν τον θάνατο σε νέους ανθρώπους, στις γειτονιές των πόλεών μας, μπροστά στα μάτια μας.
Φυσικά, δεν εννοώ όλους τους αστυνομικούς. Υπάρχουν αστυνομικοί που σέβονται και τιμούν τον πραγματικά δύσκολο ρόλο, που αποφάσισαν να υπηρετήσουν στη ζωή τους. Όταν όμως σημαδεύεις και σκοτώνεις ένα παιδί, δε μπορεί να λέγεσαι ούτε άνθρωπος ούτε αστυνομικός ούτε πατέρας.
Κλείνω το σημείωμά μου με αποσπάσματα από το υπέροχο ποίημα του Γ. Ρίτσου για τα νεκρά παιδιά:
«Ποτέ δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά απ’ τα σπίτια τους,
τριγυρίζουν εκεί, μπλέκονται στα φουστάνια τής μητέρας τους
την ώρα που εκείνη ετοιμάζει το φαΐ κι ακούει το νερό να κοχλάζει
σα να σπουδάζει τον ατμό και το χρόνο. Πάντα εκεί-»
[…]
«Δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά. Μένουν στο σπίτι…»
[…]
«Κι αν κάποτε οι γυναίκες βγάζουν μια κραυγή στον ύπνο τους,
είναι που τα κοιλοπονάνε πάλι».