«Είθε το αναστάσιμο μήνυμα της ελπίδας να δίνει κουράγιο και δύναμη σε όσους πορεύονται τον δικό τους Γολγοθά στις εντατικές και ταχεία ανάρρωση σε όλους όσοι αυτές τις Άγιες μέρες νοσηλεύονται στα νοσοκομεία και κάθε εμπερίστατο συνάνθρωπό μας». Τα παραπάνω δήλωσε ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος μετά το ευχέλαιο που τελέστηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας, από τον μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ.κ. Ιερωνύμο.
Στο ευχέλαιο συμμετείχαν, επίσης, ο διοικητής της 5ης ΥΠΕ Θεσσαλίας κ. Φώτης Σερέτης, ο διοικητής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας κ. Δημήτρης Κατσικονούρης, η Διευθύνουσα νοσηλευτικής υπηρεσίας κ. Ντίνα Ζησοπούλου, ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, καθώς και συνοδοί ασθενών.
Η εντατική παίδων
Νωρίτερα, ο Θεσσαλός πολιτικός είχε συνάντηση με τον διοικητή του νοσοκομείου παρουσία του καθηγητή Παθολογίας και Διευθυντή Ιατρικής Υπηρεσίας κ. Γεώργιου Νταλέκου και της Διευθύνουσας, όπου και ενημερώθηκε για την λειτουργία του ιδρύματος μετά την πανδημία, την επάρκεια στη στελέχωσή του με ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και το χρονοδιάγραμμα δημιουργίας της εντατικής μονάδας παίδων. Όπως ειπώθηκε, για να μπορέσει το νοσοκομείο να ανταποκριθεί πληρέστερα στις υφιστάμενες ανάγκες πρέπει να αναπτυχθεί πλήρως με βάση τον Οργανισμό του. Το νοσηλευτικό προσωπικό αποτελεί τον κορμό του νοσοκομείου και συνεπώς οι προσλήψεις ειδικοτήτων σε κρίσιμους τομείς, όπου παρατηρείται αυξημένος όγκος εργασίας, θα βελτιώσουν ακόμα περισσότερο τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τον πολίτη. Τέλος, σχετικά με την εντατική παίδων, αναμένεται μετά τις γιορτές να ξεκινήσουν οι εργασίες διαμόρφωσης του χώρου και μέσα στο φθινόπωρο να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες για τη λειτουργία της.
Καλύτερες αποδοχές
Ο Θεσσαλός πολιτικός στη δήλωσή του υπογράμμισε ότι «η παρατεταμένη περίοδος της πανδημίας απέδειξε σε όλο το εύρος της την αναγκαιότητα στήριξης του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δοκιμασίας για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας ήταν τα δημόσια νοσοκομεία και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που σήκωσαν όλο το βάρος της παροχής υπηρεσιών υγείας στους πάσχοντες. Υπερβάλλοντας εαυτούς, σε συνθήκες αντίξοες, στάθηκαν δίπλα στον συνάνθρωπο. Και αυτό δεν πρέπει να λησμονηθεί, καθώς απομακρυνόμαστε από τα χρόνια της πανδημίας, αλλά να μεταφραστεί σε καλύτερες αποδοχές και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Αναμφίβολα, τα προηγούμενα χρόνια έγιναν πολλά για την ενίσχυση του ΕΣΥ, κυρίως σε ότι αφορά τις ΜΕΘ. Αλλά είμαστε μακριά ακόμη από το επίπεδο που απαιτούν οι καιροί. Και, δυστυχώς, μακριά από το να σταματήσουμε την διαρροή ιατρικού δυναμικού στο εξωτερικό. Είμαι βέβαιος ότι εφόσον δεν ανακοπεί η πορεία της οικονομικής ανάπτυξης και δεν εκπέσουμε σε περίοδο πολιτικής αστάθειας, ο στόχος ενός αναβαθμισμένου ΕΣΥ είναι απολύτως εφικτός».