Ο Σύλλογος Κωνσταντινουπολιτών οργάνωσε το Σάββατο 20 Οκτωβρίου ημερίδα προς τιμήν του καθηγητού Νεοκλή Σαρρή, που έφυγε από κοντά μας πριν από ένα έτος. Στην εκδήλωση μίλησαν ο Αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος (ο οποίος υπήρξε και μαθητής του), οι καθηγητές Γιώργος Κοντογιώργης, Παναγιώτης Ήφαιστος και Νικόλαος Ραπτόπουλος, ο συγγραφέας Γιώργος Καραμπελιάς και ο Δημήτρης Καρακάσης, πρόεδρος της Εφορείας Ορφανοτροφείου Πριγκήπου, ενώ αναγνώσθηκε μήνυμα του Βάσου Λυσσαρίδη, επιτίμου προέδρου της ΕΔΕΚ.
Στην ομιλία του με τίτλο “Νεοκλής Σαρρής, ένας αληθινός Δάσκαλος” ο κ. Χαρακόπουλος τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Ο Νεοκλής Σαρρής ήταν ένας από τους τελευταίους μεγάλους μιας χώρας που με θλίψη διαπιστώνουμε ότι βυθίζεται χρόνια τώρα στη μετριότητα. Ένας αυθεντικός δάσκαλος, που βίωνε βαθύτατα τις ιδέες που μεταλαμπάδευε στους μαθητές του. Ο απαράμιλλος και μαγευτικός τρόπος της διδασκαλίας του –στο πανεπιστημιακό αμφιθέατρο, στις εκδηλώσεις που τον καλούσαν να μιλήσει, στις συχνές τηλεοπτικές του εμφανίσεις- απεδείκνυε το αληθινό, άσβεστο πάθος του για τη μετάδοση της επιστημονικής γνώσης, της άδολης και ανυστερόβουλης αγάπης για την πατρίδα, της πίστης του στην ατομική ελευθερία που δεν συμβιβάζεται με τους μικροϋπολογισμούς της στιγμής.
Όσοι είχαμε τη τύχη να συναναστραφούμε μαζί του επί μακρόν, και μάλιστα να ευεργετηθούμε τα μάλα από αυτή τη συναναστροφή, βιώσαμε αυτά τα έντονα συναισθήματα που μας χάριζαν οι χειμαρρώδεις εξιστορήσεις του, οι ανατρεπτικές αναλύσεις του, οι απεριόριστες γνώσεις του.
Ο Σαρρής είχε μέσα του τα χαρακτηριστικά μιας εμπεδωμένης αντίληψης της οικουμενικότητας, που δεν είχε καμία σχέση με τον παγκοσμιοποιημένο άνθρωπο ή τον οπαδό της πολυπολιτισμικότητας. Η δική του αντίληψη για τον πολιτισμό και τον άνθρωπο δεν περιοριζόταν στην οχύρωση γύρω από την πολιτική των δικαιωμάτων. Διέπονταν από στοιχεία υψηλής πνευματικότητας και αταλάντευτου ανθρωπισμού.
Ήταν σαφώς το δώρο μιας βαριάς κληρονομιάς που έλαβε και που έχει τις ρίζες του στο μακρινό παρελθόν. Της ενσταλαγμένης εμπειρίας του βυζαντινού σοφού, που διαμόρφωσε τη σκέψη του στο αυτοκρατορικό παρατηρητήριο της Κωνσταντινούπολης. Έχοντας συνείδηση της υπεροχής του καθώς ήταν φορέας και εκφραστής υψηλής κοσμοαντίληψης που συμπύκνωνε το απόσταγμα της αρχαίας ελληνικής σοφίας που αναπαράχθηκε με συνέπεια στα ενδιαιτήματα της βυζαντινής διανόησης και στα κελιά των μοναχών, και της ορθόδοξης ομολογίας.
Αυτή η συσσωρευμένη εμπειρία, από γενιά σε γενιά περνούσε αθόρυβα, όπως συμβαίνει συνήθως, μέσα από σύμβολα και μυστικούς κώδικες, στη στάση ζωής των απογόνων αυτής της μαγιάς, στην οποία ανήκε και ο Νεοκλής Σαρρής. Από εκεί πήγαζε η ανεπιτήδευτη και αυθεντική αρχοντιά του, τόσο διαφορετική από τη «δήθεν» καλή συμπεριφορά και την μανία επίδειξης της νεόπλουτης ελίτ των Αθηνών. Και εκεί εδράζετο η στέρεα γεωπολιτική ματιά του, η οποία υπερέβαινε τους κοντόφθαλμους ορίζοντες της πολιτικής της προσαρμογής της Ελλάδας σε ρόλο δορυφορικό και μεταπρατικό.
Γνώριζε ο Σαρρής ότι η θέση της χώρας, αλλά και η βαριά πολιτισμική της παράδοση απαιτούσαν μια διαφορετική στρατηγική, ένα υψηλότερο όραμα. Γιατί, όπως ο βυζαντινός λόγιος και ο Σαρρής είχε συνείδηση της αναγκαιότητας να σταθεί η Ελλάδα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, με τη δική της ταυτότητα, επί ίσοις όροις, και να μην ισοπεδωθεί ούτε από το δυτικό πολιτισμικό παράδειγμα, ούτε από την επεκτατική πολιτική της γείτονος.
Ο Σαρρής ήταν Πατριώτης Κοσμοπολίτης. Σήμερα, πρέπει να αξιοποιήσουμε το παράδειγμά του, ως πολίτη, ως λόγιου, ως Έλληνα, στοχεύοντας στη σύνθεση Εθνικού και Οικουμενικού, αποδεικνύοντας ότι η εμπεδωμένη και καλλιεργημένη εθνική ταυτότητα δεν συνεπάγεται τον επαρχιώτικο απομονωτισμό. Εντέλει, η σύνθεση αυτή συνιστά τη σπουδαιότερη κληρονομιά του Σαρρή, αλλά και διακύβευμα πολιτισμικής επιβίωσης του ελληνισμού».