Όλο και νεότερες ηλικίες πλήττει ο καρκίνος του μαστού αρχίζοντας να αποκτά την έννοια της επιδημίας. Ενώ οι συνήθεις ηλικίες εκδήλωσής του ήταν άνω των 55 ετώ, πλέον παρατηρείται αύξηση των κρουσμάτων στις ηλικίες 20-40 ετών.
Αυτό επισημαίνει στο ΑΠΕ ο παθολόγος – ογκολόγος, Γιάννης Μπουκοβίνας, με αφορμή ημερίδα με θέμα την πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία του καρκίνου του μαστού που πραγματοποιήθηκε στο Κέντρο Πολιτισμού Τούμπας.
«Οι επιπτώσεις του καρκίνου του μαστού αυξάνονται παρότι δεν άλλαξε το γονιδιακό προφίλ. Άλλαξε όμως o τρόπος ζωής. Τέσσερις χιλιάδες χημικές ουσίες μπαίνουν στο σώμα μας καθημερινά και συμβάλουν στην επίπτωση του καρκίνου.
Έχει παρατηρηθεί ότι γυναίκες από τη νοτιοανατολική Ασία, που είχαν ένα συγκεκριμένο πρότυπο διατροφής και χαμηλές επιπτώσεις, όταν μετανάστευσαν σε χώρες της Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης , μια γενιά αργότερα, είχαν τις ίδιες επιπτώσεις καρκίνου με αυτές των γυναικών των χωρών αυτών. Αυτό οφείλεται στο στρες, στη διατροφή, στη έλλειψη άσκησης , στην παχυσαρκία στην κατανάλωση οινοπνεύματος και καπνού» εξηγεί ο κ Μπουκοβίνας.
Για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού θα πρέπει να γίνεται ψηλάφηση, κλινική εξέταση, μαστογραφία και υπερηχογράφημα. Η μαστογραφία συνιστάται να γίνεται μία φορά κάθε δύο χρόνια στις ηλικίες 40-50 ετών και μία φορά το χρόνο μετά τα 50. Σε ορισμένες περιπτώσεις γυναικών, όπως εκείνες με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού ή κρούσματος οποιουδήποτε καρκίνου σε δύο γενιές, σε γυναίκες που σε νεαρή ηλικία είχαν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία για άλλο καρκίνο , πχ για λέμφωμα Hodgkin, ή είναι θετικές στο γονίδιο BRCA 1,2 , συνιστάται μαστογραφία πριν την ηλικία των 40.
«Η μαστογραφία δεν είναι πανάκεια και μια κακή ερμηνεία της μπορεί να οδηγήσει σε μη διάγνωση. Σε γυναίκες που έχουν ινοκυστική μαστοπάθεια ένα ποσοστό 30% του καρκίνου του μαστού δεν διαγιγνώσκεται. Σε περιπτώσεις που τα αποτελέσματα της μαστογραφίας και του υπερηχογραφήματος δημιουργούν αμφιβολίες γίνεται μαγνητική μαστογραφία» αναφέρει ο κ. Μπουκοβίνας τονίζοντας παράλληλα ότι οι βιοψίες για την διάγνωση δεν πρέπει να γίνονται «ελαφρά τη καρδία», διότι υπάρχει 1,6% πιθανότητα ανάπτυξης καρκινικών κυττάρων στην περιοχή της ουλής.
Για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού κάθε γυναίκα θα πρέπει να εκπαιδευτεί στο θέμα της διατροφής, με περιορισμό της κατανάλωσης αλατιού και ζάχαρης και μείωση του σωματικού βάρους.
«Οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού των οποίων το βάρος αυξήθηκε μετά από μαστεκτομή , χημειοθεραπείες και ακτινοβολίες, στατιστικά έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες υποτροπής από εκείνες των οποίων το σωματικό βάρος δεν αυξήθηκε. Για τη δευτερογενή πρόληψη συνιστάται σε αυτές τις γυναίκες να ασκούνται και να ακολουθούν μια ισορροπημένη και πλήρη διατροφή, δηλαδή να μη στερούνται τίποτα αλλά να τρώνε λίγο από όλα» λέει ο κ. Μπουκοβίνας.
Ασπίδα τα φρούτα και τα λαχανικά
Ακόμα ένας λόγος να καταναλώνουν οι γυναίκες φρούτα και λαχανικά. Νέα έρευνα υποδεικνύει ότι γυναίκες με υψηλότερα επίπεδα καροτενοειδών έχουν χαμηλότερο κίνδυνο για καρκίνο στο μαστό, ιδιαίτερα για καρκίνο που είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί και έχει φτωχότερη πρόγνωση.
Όταν ερευνητές από το Harvard Medical School εξέτασαν τα αποτελέσματα ερευνών που μετρούσαν τα επίπεδα καροτενοειδών στο αίμα των γυναικών, ανακάλυψαν ότι όσες είχαν τα υψηλότερα επίπεδα εμφάνιζαν χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου στο μαστό σε σύγκριση με όσες είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα.
Η σχέση φάνηκε να είναι ισχυρότερη για τις καπνίστριες σε σχέση με τις μη καπνίστριες και για γυναίκες που ήταν αδύνατες σε σχέση με τις υπέρβαρες.
Στις τροφές που αποτελούν καλή πηγή καροτενοειδών περιλαμβάνονται τα καρότα, οι γλυκές πατάτες, το σπανάκι και οι κόκκινες πιπεριές.
Η ύπαρξη υψηλότερων επιπέδων καροτενοειδών στην κυκλοφορία του αίματος μπορεί να είναι ενδεχομένως ιδιαίτερα προστατευτική έναντι του καρκίνου του μαστού που δεν χρειάζεται οιστρογόνα για να αναπτυχθεί.
Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η κατανάλωση υγιεινής διατροφής με βάση τα φυτά μπορεί να είναι ένας από τους πρώτους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για τους συγκεκριμένους, λιγότερο συνήθεις, με φτωχότερη πρόγνωση καρκίνους.
Η ερευνήτρια Heather Eliassen, δήλωσε ότι οι παράγοντες κινδύνου για καρκίνο στο μαστό που γνωρίζουμε αφορούν περισσότερο συνήθεις καρκίνους που εξαρτώνται από οιστρογόνα.
Η έρευνα συνδύασε στοιχεία από 8 έρευνες που περιέλαβαν περισσότερες από 3.000 γυναίκες με καρκίνο του μαστού και περίπου 4.000 χωρίς τη νόσο. Δεν είναι σαφές αν τα καροτενοειδή άμεσα μείωσαν τον κίνδυνο καρκίνου.
Ωστόσο η Stephanie Bernik, MD, του Lenox Hill Hospital στη Νέα Υόρκη, δήλωσε ότι το μήνυμα προς τις γυναίκες δεν αλλάζει. «Έχουμε πει ότι αν θέλουμε να μειώσουμε τον κίνδυνο καρκίνου η κατανάλωση φυτικής διατροφής χαμηλής σε λιπαρά και ζωικές πρωτεΐνες μπορεί ενδεχομένως να βοηθήσει» δήλωσε.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό «Journal of the National Cancer Institute». Η Bernik δήλωσε ότι η υπόδειξη ότι η κατανάλωση άφθονων φρούτων και λαχανικών μπορεί να είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη για γυναίκες που βρίσκονται σε κίνδυνο για όγκους που δεν βασίζονται στα οιστρογόνα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.
Πολλοί καρκίνοι μαστού σε γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό της νόσου και συγκεκριμένες γενετικές μεταλλάξεις που αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο καρκίνου στο μαστό, ανήκουν στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Πηγή: iatronet.gr