Σημαντικές αλλαγές στις σημερινές δομές της εκπαίδευσης, προβλέπει το κείμενο εργασίας του υπουργείου Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, σχετικά με την αναδιοργάνωση της διοικητικής δομής του εκπαιδευτικού συστήματος. Το υπουργείο απέστειλε χθες το κείμενο, μεταξύ άλλων, στις ομοσπονδίες εκπαιδευτικών (ΟΛΜΕ, ΔΟΕ, ΟΙΕΛΕ), στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και στα Παιδαγωγικά Τμήματα όλων των ΑΕΙ της χώρας, ζητώντας μάλιστα να καταθέσουν τις προτάσεις τους, μέχρι την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου.
Στόχος του υπουργείου, όπως σημειώνεται και στο κείμενο είναι η «αναβάθμιση της διοίκησης της εκπαίδευσης» και οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στηρίζονται σε δυο βασικούς άξονες: Της ενίσχυσης του εκπαιδευτικού έργου, διαδικασία που συνδέεται με την αυτοαξιολόγηση αλλά και της εξοικονόμησης πόρων, είτε με ενοποιήσεις δομών είτε με συγχωνεύσεις σχολείων. Σήμερα, όπως περιγράφεται στο κείμενο η υφιστάμενη κατάσταση «το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αντανακλά τη γενικότερη εικόνα της δημόσιας διοίκησης, η οποία στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από συγκεντρωτισμό και ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και από την αναποτελεσματικότητα και τις υψηλές περιφερειακές ανισότητες. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα παραμένει, παρά τις όποιες θεσμικές βελτιώσεις, ένα συγκεντρωτικό σύστημα, αφού ελάχιστες ουσιαστικές αρμοδιότητες διοίκησης έχουν μεταφερθεί σε τοπικό-σχολικό επίπεδο. Η εκπαιδευτική πολιτική παράγεται μόνο στην κορυφή της πυραμίδας της διοίκησης (Υπουργείο). Πλήθος εγκυκλίων και νόμων ρυθμίζουν κυρίως κεντρικά και την παραμικρή λεπτομέρεια της λειτουργίας της σχολικής μονάδας, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για την ανάπτυξη δημιουργικών πρωτοβουλιών και στερώντας το σύστημα από την απαραίτητη ευελιξία και προσαρμοστικότητα μέσα σε ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες. Οι παραπάνω διαπιστώσεις ενισχύονται από τη δημιουργία ενός πληθωριστικού και πολύπλοκου συνόλου οργάνων και λειτουργιών με ιδιαίτερες δυσκολίες στην άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας και διαχείρισης.
ΑΛΛΟΘΙ ΑΔΡΑΝΕΙΑΣ
Άλλα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού συστήματος είναι η πλημμελής επικοινωνία, διασύνδεση και συντονισμός στο εσωτερικό του λόγω των πολλών επιπέδων διοίκησης, ο διεκπεραιωτικός ρόλος των στελεχών και ιδιαίτερα των διευθυντών των σχολικών μονάδων, το γεγονός ότι οι δεσμευτικές κεντρικές αποφάσεις λειτουργούν κάποιες φορές ως άλλοθι αδράνειας, καθώς και η περιορισμένη παιδαγωγική υποστήριξη των εκπαιδευτικών σε επίπεδο σχολικής μονάδας».
Στις βασικές αρχές και επιδιώξεις του υπ. Παιδείας σημειώνεται πως «η επίτευξη της αποτελεσματικής λειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος προϋποθέτει: Ενίσχυση του επιτελικού και εποπτικού ρόλου του υπουργείου και σαφή προσδιορισμό αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργάνων διοίκησης της εκπαίδευσης. Περιορισμό των επιπέδων διοίκησης και διαμόρφωση απλής και ευέλικτης δομής σε λειτουργική αντιστοιχία με το εκπαιδευτικό σύστημα. Αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και ενίσχυση του ρόλου των περιφερειακών δομών διοίκησης της εκπαίδευσης στη λήψη και υλοποίηση σημαντικών αποφάσεων. Ενίσχυση της αυτονομίας της σχολικής μονάδας και της δυνατότητάς της να προγραμματίζει, να οργανώνει, να υλοποιεί, να αξιολογεί το έργο της.
Αποτελεσματικό συντονισμό των δομών και υπηρεσιών στήριξης και επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης του εκπαιδευτικού έργου και της σχολικής μονάδας. Οικονομία μέσων, αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, ολοκλήρωση ηλεκτρονικής σύγκλισης, απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών».
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ – ΝΟΜΟΣ
Το σκεπτικό της αναδιοργάνωσης, αφορά και στην κεντρική υπηρεσία του υπ. Παιδείας αλλά σε επίπεδο περιφέρειας προτείνεται «η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης να αποτελεί βασικό κύτταρο του εκπαιδευτικού σχεδιασμού, μέσω μεταφοράς αρμοδιοτήτων οι κυριότερες από τις οποίες είναι: η εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών σε περιφερειακό επίπεδο, η εξειδίκευση και η υλοποίηση των στόχων της εθνικής στρατηγικής για την επιμόρφωση, η οργάνωση και η στήριξη των διαδικασιών αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης, η λήψη αποφάσεων για την ίδρυση, οργάνωση, προαγωγή, συγχώνευση μεταφορά και μετατροπή σχολικών μονάδων».
«Στο επίπεδο του νομού η ύπαρξη δύο επιπέδων διοίκησης καθιστά το σύστημα δυσλειτουργικό, ενώ ο αριθμός των υφιστάμενων δομών διοίκησης είναι υπερβολικά μεγάλος (450 δ/νσεις και γραφεία), διαμορφώνοντας ένα εξαιρετικά υψηλό κόστος λειτουργίας (ενοίκια κτιρίων, στελέχη, διοικητικοί υπάλληλοι και αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί). Παράλληλα, το σύστημα επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου απαρτίζεται από στελέχη και δομές (Σχολικούς Συμβούλους, Υπεύθυνους Π.Α, ΠΟΛ, Α.Α, ΓΡΑΣΕΠ, ΓΡΑΣΥΠ, ΚΕΣΥΠ, ΚΕΔΔΥ, ΚΠΕ,Π.Ε.Κ.) που δεν λειτουργούν με ξεκάθαρους όρους, συντονισμένα και συντεταγμένα σε ένα λειτουργικό και ιεραρχικό πλαίσιο με ξεκάθαρο προσανατολισμό στο στόχο».
Στο κείμενο εργασίας λοιπόν του υπουργείου Παιδείας προτείνεται «αναδιοργάνωση, εξορθολογισμός, ενίσχυση και συντονισμός του συστήματος επιστημονικής – παιδαγωγικής καθοδήγησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου. Σύσταση ενιαίας δομής και υπηρεσιακής λειτουργίας υποστήριξης για την Α’/βάθμια και Β’/βάθμια. Κατάργηση των Γραφείων Α’/βάθμιας και Β’/βάθμιας εκπ/σης και περιορισμός των επιπέδων διοίκησης από 2 σε 1. Ενοποίηση των δομών (διοικητικών και καθοδηγητικών – υποστηρικτικών) που αντιμετωπίζουν κοινά θέματα Α’/βάθμιας και Β’/βάθμιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Εξορθολογισμός της οργανωτικής δομής των Περιφερειακών Υπηρεσιών και βέλτιστη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού. Βέλτιστη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων (μείωση των ενοικιαζόμενων κτιρίων που στεγάζουν τις περιφερειακές υπηρεσίες, συστέγαση όπου είναι δυνατό κ.λπ.)».
ΣΧΟΛΙΚΗ ΜΟΝΑΔΑ
Στο επίπεδο της Σχολικής Μονάδας «η ενίσχυση της αυτονομίας της και η μετατροπή της σχολικής μονάδας από φορέα με αποκλειστικά εκτελεστικές αρμοδιότητες σε φορέα γόνιμης υποδοχής και συνδιαμόρφωσης της εκπ/κής πολιτικής αποτελεί κεντρική επιδίωξη. Η απόδοση αυξημένης αυτονομίας στις σχολικές μονάδες και η αύξηση των αρμοδιοτήτων των διευθυντών των σχολικών μονάδων καθιστά απαραίτητη τη λήψη μέτρων όπως: Η ευθύνη των οργάνων να συνοδεύεται με την αντίστοιχη εξουσία για την άσκηση όλων των αρμοδιοτήτων. Άρση των επικαλύψεων αρμοδιοτήτων του Δ/ντή με το Σύλλογο Διδασκόντων και τα λοιπά συλλογικά όργανα. Επανεξέταση του διδακτικού ωραρίου των διευθυντών των σχολείων. Ενίσχυση των σχολικών μονάδων με ειδικούς, οι οποίοι θα καλύπτουν ομάδες σχολείων (ψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός). Απόδοση ουσιαστικού ρόλου και αποφασιστικών αρμοδιοτήτων σε συλλογικά όργανα. Εκσυγχρονισμός και ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των συλλογικών οργάνων. Ενίσχυση της αυτονομίας των σχολικών μονάδων στον προϋπολογισμό και τη διαχείριση των πιστώσεων για λειτουργικές δαπάνες με βάση τις ανάγκες και τον προγραμματισμό της σχολικής μονάδας, όπως προκύπτει από τη διαδικασία αυτοαξιολόγησης. Τέλος προτείνεται «εξορθολογισμός ωραρίου εκπαιδευτικών Α’/βάθμιας και Β’/βάθμιας εκπαίδευσης» αλλά και «ενοποίηση – συγχώνευση σχολικών μονάδων