Ομιλία Έκτορα Νασιώκα στην Ολομέλεια της Βουλής για τις Συγκοινωνίες


 ΕΚΤΟΡΑΣ ΝΑΣΙΩΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Υπουργοί, κύριοι συνάδελφοι, το νομοσχέδιο αυτό κατ’ αρχάς είναι απολύτως αναγκαίο, έρχεται σε μια στιγμή που η χώρα μας περνάει πολύ σημαντική κρίση και μετά από δύο μήνες κινητοποιήσεων των εργαζομένων στο Λεκανοπέδιο και απερίγραπτης ταλαιπωρίας των πολιτών.

 Και όχι απλώς είναι αναγκαίο, γιατί δημιουργείται μία μεγάλη τρύπα χωρίς να αυξάνεται η ποιότητα παροχής υπηρεσιών στα μέσα μεταφοράς -ήταν σε αδιέξοδο η κατάσταση- αλλά είναι και χρήσιμο και θα έλεγα, κύριε Υπουργέ, ότι αργήσαμε πολύ. Δεν θα έπρεπε να βρεθούμε ως χώρα σε αυτή τη κατάσταση ούτε υπό τις ανάγκες του Μνημονίου. Και δεν εννοώ αυτή την Κυβέρνηση και αυτούς τους μήνες, αλλά μιλάω για αρκετά χρόνια που έπρεπε να έχουμε παρέμβει αποτελεσματικά.

Υπάρχει, όμως, το ζητούμενο, κύριε Υπουργέ, η παρέμβασή μας -που αναγκαία είναι σίγουρα, στο σωστό δρόμο είναι, βεβαίως- αν είναι αποτελεσματική. Και αυτό θα κριθεί στο μέλλον. Στη συνέχεια της ομιλίας μου θέλω να δώσω κάποια στοιχεία γι’ αυτό. Θέλω να αρχίσω από την τροπολογία, δηλαδή, από το κίνημα «Δεν Πληρώνω-Δεν Πληρώνω». Ό,τι είναι εναντίον της νομιμότητας πρέπει να καταδικαστεί, γιατί πρέπει να παλέψουμε για να τηρηθεί η νομιμότητα παντού, αλλιώς δεν μπορεί να υπάρξει συντεταγμένο κράτος και να προχωρήσουμε. Θα μιλήσω περισσότερο για τα διόδια, αλλά το κίνημα έχει επεκταθεί και στα εισιτήρια των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς στην Αθήνα και ίσως και αλλού.

Και θα συνδέσω τα διόδια, τα ακριβά διόδια, κύριε Υπουργέ, τα διόδια όπου σε πολλά σημεία δεν υπάρχουν οι παράπλευροι δρόμοι, τα άδικα κάποιες φορές, γιατί πληρώνουμε για δρόμους που τώρα γίνονται ή δεν υπάρχουν και βεβαίως, τα διόδια που δεν είναι ορθολογικά κατανεμημένα σε όλους.

Άκουσα την ομιλία σας και πιστεύω ότι όλα αυτά πρέπει να ανατραπούν. Όμως, εγώ θα τα συνδέσω με τις πέντε μεγάλες συμβάσεις παραχώρησης. Σας άκουσα χθες και συμφωνώ απόλυτα μαζί σας και με τον τρόπο που το χειρίζεστε και με το πώς δείχνετε την προοπτική αντιμετώπισης αυτού του μεγάλου θέματος. Όμως, θέλω να το σχολιάσω και από μία άλλη πλευρά, γιατί άκουσα στα κανάλια εκπροσώπους της πολιτικής ηγεσίας να λένε ότι ήταν συμβάσεις-μαμούθ που δεν τις σήκωνε η χώρα, ότι οι συμβάσεις παραχώρησης δεν ήταν συμφέρουσες -δεν ξέρω αν ήταν ή δεν ήταν συμφέρουσες, όταν υπογράφηκαν- και ότι σε κάθε περίπτωση έπρεπε να μην κάνουμε αυτές τις συμβάσεις ή όλες αυτές τις συμβάσεις.

Βρισκόμαστε στην κατάσταση που βρισκόμαστε, κύριε Υπουργέ και χθες ανακοινώθηκαν τα στοιχεία και η ύφεση -θα αναφερθώ μόνο σ’ αυτό το δείκτη- έκλεισε στο τέταρτο τετράμηνο στο 6,6%. Κανένας δεν προέβλεπε πάνω από 5%-5,5%, διότι η ύφεση του πρώτου τετραμήνου τρέχει πάνω από 6%. Μακάρι να κλείσει ο χρόνος στο 4%, δηλαδή στο -4%, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την κοινωνία και για την ανεργία. Εάν πρυτανεύσει η λογική ότι δεν πρέπει να γίνουν τα μεγάλα έργα, δηλαδή, η βάση για την ανάπτυξη, αν δεν πρυτανεύσει η λογική ότι πρέπει να κάνουμε ανάπτυξη, τότε πρέπει όλοι να αφεθούμε σε μια λογική ότι αμυντικά θα αντιπαλέψουμε τις δυσκολίες που έρχονται και όπου βγούμε, εμείς, η φτωχή Ελλάδα, που καμιά προοπτική δεν έχει και δεν μπορεί να ανατρέψει την υπάρχουσα κατάσταση. Αυτό είναι το ένα λάθος.

Το δεύτερο, το οποίο ακούω ακόμη είναι το εξής. Αυτές οι συμβάσεις δεν ξέρω όταν υπογράφηκαν αν ήταν συμφέρουσες για τους πολίτες. Σήμερα, όμως, δεν ξέρετε πόσο συμφέρουσες είναι για τη χώρα. Και καμία κοινοπραξία σήμερα με αυτούς τους όρους δεν θα υπέγραφε αυτές τις συμβάσεις.

Έρχομαι να ενισχύσω τη δική σας θέση που την ενίσχυσαν και άλλοι συνάδελφοι, με τελευταίο τον κ. Κώστα Γείτονα, ότι -προς Θεού!- ο τρόπος που θα διαπραγματευτείτε ή διαπραγματεύεστε την υλοποίηση των συμβάσεων να μη δώσει ούτε στοιχείο ευθύνης δικής μας για να καταγγελθούν οι συμβάσεις.

Είναι τόσο μεγάλη η ευθύνη σας, η ευθύνη μας, κύριε Υπουργέ. Έχουμε εμπιστοσύνη σε σας, αλλά θέλω να το τονίσω ιδιαιτέρως. Δεν είναι σοβαρές οι τοποθετήσεις που λέγονταν και προεκλογικά και συνεχίζονται, ότι θα μειώσουμε και θα μειώσουμε και θα μειώσουμε τα διόδια. Φυσικά θα τα εξορθολογήσουμε. Όπου μπορούμε θα το κάνουμε. Όμως, πώς θα γίνει αυτό, να τα μειώσουμε και από πού θα χρηματοδοτήσουμε τα διαφυγόντα κέρδη από τα διόδια;

Φυσικά, εγώ είμαι βέβαιος ότι θα μειώσετε σε μερικές περιπτώσεις ή θα εξορθολογήσετε σε άλλες. Αλλά, το συνολικό ισοζύγιο δεν θα είναι χαμηλότερο από τώρα και δεν μπορεί να γίνει, κατά την άποψή μου.

Όμως, ας το συζητήσουμε αυτό, γιατί ο κόσμος σήμερα που είναι αλαφιασμένος γενικότερα, κύριε Υπουργέ, θέλει τρία πράγματα: Το ένα είναι η αλήθεια, το δεύτερο είναι το σχέδιο και το τρίτο είναι η αποτελεσματικότητα. Και τα τρία τα χρειάζεται, εάν θέλετε να τον πείσουμε να ανεχθεί αυτήν την κατάσταση.

Περνώ στο δεύτερο τμήμα της ομιλίας μου. Το σχέδιο, λοιπόν, είναι αυτό το νομοσχέδιο. Όμως, για να πετύχει, χρειάζεται δύο προϋποθέσεις ακόμη, κύριε Υπουργέ: Η πρώτη προϋπόθεση είναι η αυτογνωσία και ελπίζω ότι αυτήν την έχετε και γι’ αυτό φτιάξατε αυτό το σχέδιο νόμου. Το δεύτερο, όμως, είναι η αυτοκριτική. Και η αυτοκριτική έχει δύο πλευρές που δυστυχώς δεν τις άκουσα. Γιατί για μεγάλο διάστημα ακούω ότι φταίνε οι εργαζόμενοι, μιλάω για τις αστικές συγκοινωνίες. Κι εγώ δεν λέω ότι οι εργαζόμενοι εκεί ήταν οι καλύτεροι, ήταν άριστοι. Φυσικά φταίνε και αυτοί. Πρώτα απ’ όλα, όμως, κύριε Υπουργέ, φταίνε οι πολιτικές, φταίνε οι άνθρωποι που εκεί διορίζατε, διορίζαμε, για να υλοποιήσουν πολιτικές και φταίει και ο έλεγχος που δεν υπήρχε πουθενά.

Υπήρχε σχέδιο για όλες αυτές τις συγκοινωνίες; Υπήρχε, για να τις παρουσιάζουν κάποιοι Υπουργοί στη Βουλή και να αναπτύσσονται σε κάποιες ημερίδες. Είχαν αποτελέσματα; Αξιολογήθηκε ποτέ το σχέδιο; Αξιολογήθηκαν οι διοικήσεις;

Όσον αφορά τους εργαζόμενους, θα δω το θέμα από μία άλλη πλευρά, της απόλυτης κομματικοποίησης.

Θα μου επιτρέψετε, κύριε Υπουργέ, να πω μία βιωματική ιστορία:

Όταν οι συγκοινωνίες δόθηκαν στους ιδιώτες την περίοδο της Νέας Δημοκρατίας, 1990-1993, το ΠΑΣΟΚ ταυτίστηκε απόλυτα, κύριε Υπουργέ. Δυστυχώς, διαφωνούσαμε με αυτό που έκανε η Κυβέρνηση, αλλά έπρεπε να διαφωνήσουμε το ίδιο και με την ταύτιση με το συνδικαλιστικό κίνημα στις αστικές συγκοινωνίες.

Θυμάμαι -ήμουν γραμματέας τότε της Νομαρχιακής της Λάρισας- όταν δόθηκε η εντολή από το Κόμμα μου, το ΠΑΣΟΚ, να υποδεχθούμε τότε τους απεργούς που ανέβαιναν με λεωφορεία, στηριζόμενα και από το ΠΑΣΟΚ, στη Θεσσαλονίκη για να εμποδίσουν τα εγκαίνια της Έκθεσης από τον τότε Πρωθυπουργό. Έπρεπε να έρθουν στη Λάρισα και να μιλήσουν στην κεντρική πλατεία και να τους περιμένουμε εκεί. Ήμασταν εκεί κατ’ εντολή του Κόμματος και στήσαμε την εκδήλωση και ήρθαν και χαιρέτισαν. Όταν πλησίαζε ο στόλος, δόθηκε η εντολή -υπήρχε και κεντρικό στέλεχος από το ΠΑΣΟΚ που ήταν εκεί για να επιβλέπει την επιτυχία του εγχειρήματος- να πάμε να τους υποδεχθούμε στον εθνικό δρόμο. Αρνηθήκαμε. Εγώ αρνήθηκα ως Γραμματέας τότε της Νομαρχιακής, καθώς και ο Γιάννης Φλώρος και ο Νίκος Φαρμάκης. Οι άλλοι πήγαν. Εμείς μείναμε εκεί με την πλειοψηφία της Νομαρχιακής και τους υποδεχθήκαμε στην πλατεία. Ήρθε ο σύντροφος Κολλάς, μίλησε ως ανεξάρτητος συνδικαλιστής με ένα συνδικαλιστικό κίνημα, το οποίο δεν ήταν κομματικοποιημένο και έφυγε για τη Θεσσαλονίκη. Τον μπλόκαραν, βεβαίως, στα διόδια, στα Μάλγαρα και δεν έφτασε ποτέ στη Θεσσαλονίκη.

Άρα, αυτή η απόλυτη ταύτιση ήταν πέρα από τη νοοτροπία ότι σε ό,τι είναι δημόσιο, μπορεί ο καθένας να κάνει ό,τι θέλει. Ήταν μία ακόμη τεράστια πληγή, διότι και οι ίδιοι οι συνδικαλιστές ένοιωθαν ότι υπήρχε αυτοδιαχείριση και κυβερνούσαν και οι ίδιοι.

Είναι δύσκολο σήμερα να το αντιμετωπίσουμε και ήταν δύσκολο και τα προηγούμενα χρόνια, γιατί έγιναν και άλλες προσπάθειες. Γιατί είχαμε το παράδειγμα «Κράμερ εναντίον Κράμερ». Γιατί είμαστε εναντίον των δικών μας παιδιών, που εμείς το κάναμε.

Κλείνω, κύριε Πρόεδρε και κύριε Υπουργέ, με μία πολύ μικρή παρέμβαση.

Προχώρησε ο νόμος για τον Ο.Σ.Ε.. Είναι στη διαδικασία μετατάξεων, γίνονται οι μετατάξεις κ.λπ. Είμαι από αυτούς -ξέρετε- που είμαι λάτρης των μέσων μαζικής μεταφοράς. Ταξιδεύω με τον Ο.Σ.Ε., ταξιδεύω με τα μέσα μαζικής μεταφοράς και στην πόλη μας εδώ. Σήμερα, όμως, θέλω να σας πω -και μιλάω για δρομολόγια-«φιλέτα», μιλάω για Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Αθήνα-Λάρισα- ότι τα τρένα ταξιδεύουν μισοάδεια. Σήμερα, που τα επιβατικά αυτοκίνητα μειώθηκαν λόγω του κόστους των διοδίων -τα έχουμε πει πριν- τα τρένα ταξιδεύουν στα δρομολόγια-«φιλέτα» μισοάδεια. Αντίθετα, τα ΚΤΕΛ έχουν πληρότητα 100%. Μπορεί να φταίνε και οι απεργίες. Μπορεί να είναι πρόσκαιρο.

Όμως, αυτό που θέλω να καταλάβω εγώ, αυτό που θέλουν να καταλάβουν οι πολίτες, είναι ότι κάνουμε τις αλλαγές για να πετύχουμε καλύτερη ποιότητα στις δύσκολες ημέρες. Έχουμε ακριβές υπηρεσίες, γιατί αυξάνουμε τα εισιτήρια, καθώς δεν γίνεται αλλιώς. Αλλά, για να χάνουμε τόσο επιβατικό κοινό, σημαίνει ότι κάτι δεν κάνουμε καλά. Και αναφέρω ότι αυτές οι αλλαγές που πρέπει να κάνουμε, αυτό που πρέπει να πετύχουμε, είναι να κερδίσουμε το επιβατικό κοινό.

Αν δεν το πετυχαίνουμε, αν δεν πετυχαίνουν οι συγκοινωνίες σταθερής τροχιάς που είναι το μέλλον, τότε δεν έχουμε πετύχει, τότε μπορεί και να αποτύχουμε.

Κλείνοντας, κύριε Υπουργέ, θα έλεγα ότι από αύριο θα κριθούμε. Και εμείς και οι εργαζόμενοι μπορούμε να βρούμε μία ισορροπία -και είμαι βέβαιος ότι θα τη βρούμε- για να προχωρήσουμε, αρκεί αυτό που λέμε να είναι αποτελεσματικό και όσο δίκαιο γίνεται στις δύσκολες συνθήκες που ζούμε.

Ευχαριστώ πολύ.

Προηγούμενο άρθρο Ροντούλης Αστ.: «Ακινητοποιημένα τα Αστυνομικά Οχήματα»
Επόμενο άρθρο Συνέλευση του Δικτύου των Μαζικών Φορέων του Δ. Τεμπών