Την ξεκάθαρη αντίθεση της Περιφέρειας Θεσσαλίας στο σχέδιο για συγχώνευση – κατάργηση σχολείων επανέλαβε ο Περιφερειάρχης κ. Κώστας Αγοραστός στη συνάντηση που είχε με εκπροσώπους φορέων και γονείς από το Καλαμάκι Αγιάς.
«Σε μια εποχή που η Ελλάδα στρέφεται στον πρωτογενή τομέα για την έξοδο από την κρίση και δηλώνει ότι πρέπει να στηριχθούν οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι, η ίδια η Ελληνική Πολιτεία αυτοαναιρείται και αυτοδιαψεύδεται καταργώντας κοινωνικές υποδομές, όπως τα σχολεία, που είναι απαραίτητα για να ζήσει ένα νέο ζευγάρι στην περιφέρεια», είπε ο κ. Κ. Αγοραστός και πρόσθεσε:
«Περιοδεύω σε όλη τη Θεσσαλία και συναντώ οικογένειες, νέα ζευγάρια που επιστρέφουν από την Αθήνα για διαφόρους λόγους – είτε αναζητώντας καλύτερη ποιότητα ζωής είτε για λόγους οικονομίας. Έρχονται στη Θεσσαλία βάζοντας μια σταθερά στον προγραμματισμό της ζωής τους, γιατί ξέρουν ότι τα παιδιά τους θα έχουν σχολείο, θα έχουν υπηρεσίες υγείας και βασικές υποδομές.
Ξαφνικά διαπιστώνουν ότι ο σχεδιασμός τους ανατρέπεται και μου θέτουν το ερώτημα: Ποιον να εμπιστευθούμε; Γιατί το κράτος που θεωρητικά τάσσεται υπέρ της αποκέντρωσης μας αναγκάζει να ξαναγυρίσουμε πίσω στην Αθήνα και τα μεγάλα αστικά κέντρα; Το ερώτημα αυτό είναι και δικό μας», είπε ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας και έθεσε παράλληλα το εξής ερώτημα: «Έχει δικαίωμα ο πολίτης, και κατά συνέπεια τα παιδιά του, να απολαμβάνει τις υπηρεσίες που είναι θεσμοθετημένες από το Σύνταγμα στον τόπο που ζει και εργάζεται;»
Ο κ. Κώστας Αγοραστός τόνισε ότι: «Ισχυρή Ελλάδα σημαίνει ισχυρή ύπαιθρος» και
ετάχθη υπέρ
-«Της μείωσης του ανώτατου αριθμού μαθητών ανά τμήμα κι όχι του «στριμώγματος» των μαθητών σε πληθωρικά τμήματα, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα.
-Της αναβάθμισης της κτηριακής και υλικοτεχνικής υποδομής.
-Της υποστήριξης και όχι της ταλαιπωρίας των μαθητών που θα αναγκάζονται πολλές φορές να διανύουν μεγάλες αποστάσεις για να φτάσουν στο σχολειό και στη συνέχεια στο σπίτι τους».
Παράλληλα, επισήμανε ότι μεγάλα προβλήματα της εκπαίδευσης δεν είναι τα ολιγοθέσια σχολεία αλλά:
-«Η υποχρηματοδότηση του δημόσιου σχολείου, αφού το ποσοστό των δαπανών για την παιδεία κυμαίνεται στο 2,7%, όταν άλλα ευρωπαϊκά κράτη δαπανούν πάνω από 5%.
– Η υποχρηματοδότηση των σχολικών επιτροπών, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σχολεία που δεν μπορούν να προμηθευτούν πετρέλαιο, κιμωλίες κ.α.
– Τα απαρχαιωμένα αναλυτικά προγράμματα.
– Τα κακογραμμένα και με λάθη βιβλία.
– Η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής».