Ο Δημ. Σιούφας για την τιμή του πετρελαίου


Ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής και πρώην υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας έκανε την παρακάτω δήλωση:

 

«Το τελευταίο χρονικό διάστημα, παρατηρείται η εκτίναξη των διεθνών τιμών πετρελαίου, με τη τιμή του brentνα κινείται άνω των 110 δολαρίων το βαρέλι. Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και το Ιράκ, δεν προοιωνίζουν, ηρεμία στις αγορές για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η διατήρηση της τιμής του πετρελαίου στα επίπεδα αυτά αποτελεί απειλή για τις οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα για τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου που έχουν υψηλή εξάρτηση από εισαγωγές πετρελαίου και λοιπών υδρογονανθράκων.

Ιδιαίτερα για τη χώρα μας, η οποία παρά τη σημαντική βελτίωση κατά τη τελευταία δεκαετία παραμένει εξαρτώμενη σε σημαντικό βαθμό από εισαγόμενους ενεργειακούς πόρους, η υψηλή τιμή του πετρελαίου αποτελεί έναν επιπρόσθετο ανασχετικό παράγοντα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας, ενώ έχει πολλαπλές δυσμενείς επιπτώσεις στο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων και διαβίωσης των πολιτών.

Επαναφέρω την πρόταση που είχα επεξεργασθεί και καταθέσει, ως υπουργός Ανάπτυξης, σε συνεννόηση με τον τότε Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή και τον τότε υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών Γιώργο Αλογοσκούφη, το Μάιο του 2004 και επανακαταθέσει το Σεπτέμβριο του 2004, προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Συμβούλιο Υπουργών για την Ανταγωνιστικότητα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τότε προτάθηκε η δημιουργία ενός αυτόματου μηχανισμού σταθεροποίησης των εσόδων που προκύπτουν από τη φορολογία των πετρελαϊκών προϊόντων, ο οποίος θα ενεργοποιούταν σε περιόδους με μεγάλη αύξηση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου.

Δηλαδή, όταν η διεθνής τιμή του πετρελαίου αυξανόταν πέρα από κάποιο όριο, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσαν δυνητικά να μειώνουν κλιμακωτά τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή, συγκρατώντας τις τιμές τους και αποτρέποντας παράλληλα κερδοσκοπικές τάσεις στην αγορά.

Δεδομένου ότι η αγορά πετρελαιοειδών είναι απελευθερωμένη στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, οι μοναδικές παρεμβατικές πολιτικές στην αγορά των καυσίμων, στο επίπεδο της διαμόρφωσης των τιμών τους, αφορούν κυρίως τον καθορισμό της φορολογικής επιβάρυνσης που σε μεγάλο βαθμό επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις τελικές τιμές που καταβάλλουν οι καταναλωτές.

Σημειώνεται, ότι όταν ανέλαβα την πρωτοβουλία αυτή η τιμή brentανερχόταν περίπου στο επίπεδο των 40 δολαρίων το βαρέλι, η μέση τιμή της βενζίνης ανά λίτρο χαμηλότερη από τα 80 λεπτά (σήμερα είναι αυξημένη κατά 110% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2004) και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης του πετρελαίου θέρμανσης μόλις σε 2,1 λεπτά ανά λίτρο έναντι 33 λεπτών του ευρώ σήμερα.

Τελικώς ,η πρόταση δεν έγινε αποδεκτή από το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών (Ecofin), καθώς τότε οι ευρωπαϊκές οικονομίες αναπτύσσονταν με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και για πολλούς ευρωπαίους υπουργούς ήταν μια ευκαιρία για την είσπραξη αυξημένων εσόδων από ΦΠΑ και ειδικό φόρο κατανάλωσης πετρελαϊκών προϊόντων.

Ωστόσο σήμερα που η τιμή του brent έχει τριπλασιαστεί, η υιοθέτηση της πρότασης αυτής θα συμβάλει στη συγκράτηση των τιμών των πετρελαιοειδών, ενώ θα έχει ουδέτερα δημοσιονομικά αποτελέσματα, καθώς με τον τρόπο αυτό θα αποτραπεί η περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης.

Άλλωστε, όπως αποδείχθηκε με την περίπτωση της υπέρμετρης αύξησης της φορολογίας στο πετρέλαιο θέρμανσης κατά την τελευταία τετραετία, και το Δημόσιο δεν κέρδισε έσοδα και οι επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ήταν δραματικές.

Υπενθυμίζω ότι η αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ, το 2010, από 19% σε 23% και οι διαδοχικές αυξήσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης το 2011 και το 2012, είχαν ως αποτέλεσμα η συνολική φορολογική επιβάρυνση ανά λίτρο πετρελαίου θέρμανσης στην περίοδο 2010-2013 να αυξηθεί από 13 λεπτά σε 57 λεπτά του ευρώ ανά λίτρο, οδηγώντας σε αύξηση της λιανικής τιμής του σχεδόν κατά 100%.

Ωστόσο, η δραματική μείωση της κατανάλωσης το 2013 σε σχέση με το 2009 κατά 74% είχε ως αποτέλεσμα τα φορολογικά έσοδα να κινούνται στα επίπεδα του 2009.

Εκτιμώ ότι είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή, η κυβέρνηση, ο υπουργός Οικονομικών και ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής να αναλάβουν πρωτοβουλία στην κατεύθυνση αυτή, προσαρμόζοντας την τότε πρόταση για τη καθιέρωση αυτόματου μηχανισμού σταθεροποίησης των φορολογικών εσόδων από τα πετρελαιοειδή στα σημερινά δεδομένα, και θέτοντας ως βάση για την ενεργοποίησή της ένα συγκεκριμένο επίπεδο τιμής του brent(πχ 90 δολάρια το βαρέλι). Δεν μπορεί κεντρικό θέμα στην Ευρώπη να είναι η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα και να μην ασχολούνται, τόσο οι Ευρωπαϊκές ηγεσίες όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τον κατεξοχήν παράγοντα, που επηρεάζει τόσο την ανταγωνιστικότητα όσο και την ανάπτυξη, το κόστος της ενέργειας. Και στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά. Είναι τόσο προφανή τα οφέλη και για τις οικονομίες κάθε κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και για την Ελληνική οικονομία στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, θα είναι σημαντικά δίχως ουσιαστικά κανένα δημοσιονομικό κόστος.

Θεωρώ μια πρωτοβουλία σε αυτή τη λογική και προς αυτή την κατεύθυνση από την κυβέρνηση και απαραίτητη και επιβεβλημένη».

 

Επισυνάπτεται η πρόταση που είχε καταθέσει ο τότε υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας στο Συμβούλιο Υπουργών Ανταγωνιστικότητας στις 24 Σεπτεμβρίου 2004.

«Εισαγωγή

Η υψηλή ενεργειακή εξάρτηση των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από εισαγωγές σε συνδυασμό με την ανατίμηση του αργού πετρελαίου τους τελευταίους μήνες θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη, θα αυξήσει τις πληθωριστικές πιέσεις και θα προκαλέσει απώλεια στα πραγματικά εισοδήματα των κατοίκων της.

Αξιόπιστες έρευνες καταδεικνύουν ότι μία αύξηση στην τιμή του αργού κατά 10 δολάρια διάρκειας ενός έτους, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του πληθωρισμού κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (0,5%) στις αναπτυγμένες χώρες ενώ σχεδόν ανάλογη θα είναι και η μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος τους.

Από τα παραπάνω καθίσταται εμφανές ότι η παραμονή των τιμών του πετρελαίου για μεγάλη χρονική περίοδο, στα σημερινά υψηλά επίπεδα, θα υπονομεύσει την προσπάθεια των χωρών της Ε.Ε. για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας και θα διευρύνει ακόμα περισσότερο το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τις ΗΠΑ. Φυσικά, ο βαθμός των δυσμενών επιπτώσεων ποικίλλει από χώρα σε χώρα. Όσο μεγαλύτερη είναι η ενεργειακή εξάρτηση μιας χώρας από εισαγωγές και ο λόγος κατανάλωσης καυσίμων προς το ΑΕΠ τόσο δυσμενέστερες είναι οι επιπτώσεις από την αύξηση των τιμών τους. Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα η συμμετοχή των καυσίμων στο ΑΕΠ είναι 3,0%, όταν ο μέσος όρος για την Ε.Ε. είναι 1,5%.

Σήμερα, οι δυνατότητες που έχουν οι χώρες μέλη της Ε.Ε. για παρεμβατικές πολιτικές στην αγορά των καυσίμων στο επίπεδο της διαμόρφωσης των τιμών είναι περιορισμένες και αφορούν κυρίως στον καθορισμό της φορολογικής επιβάρυνσης που διαμορφώνουν τις τιμές του καταναλωτή.

Κάτω από τις σημερινές συνθήκες, η Ελλάδα θεωρεί ότι οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να εξετάσουν τη δημιουργία ενός Κοινοτικού Μηχανισμού για τη σταθεροποίηση των εσόδων από τα πετρελαιοειδή. Βεβαίως, θα πρέπει να γίνει εύλογη χρήση του μηχανισμού αυτού. Δηλαδή, να καθορισθεί ένα ελάχιστο όριο της τιμής του πετρελαίου, πάνω από το οποίο εφόσον οι τιμές διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα πέρα από κάποιο χρονικό διάστημα, π.χ. τρίμηνο, θα παρέχεται η δυνατότητα στις χώρες μέλη να μπορούν να μειώσουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στις διάφορες κατηγορίες πετρελαιοειδών. Η πρόταση για το μηχανισμό αυτό θα μπορούσε να έχει ως ακολούθως:

Πρόταση για μείωση του ελάχιστου ΕΦΚ ανάλογα με την αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου.

Σε περιόδους διατήρησης των τιμών του αργού πετρελαίου (BrentIPE) σε επίπεδα υψηλότερα των 30$ ανά βαρέλι για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών, τα κράτη μέλη της Ε.Ε. μπορούν να αναπροσαρμόζουν το ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο των ειδικών φόρων κατανάλωσης σε χαμηλότερα επίπεδα, με άμεση υποχρέωση ενημέρωσης της Ε.Ε.

Ειδικότερα ο ΕΦΚ, που ισχύει όταν η τιμή του αργού πετρελαίου BrentIPE είναι χαμηλότερη από τα 30$ το βαρέλι, θα μπορεί να μειώνεται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα και ανάλογα με το επίπεδο στο οποίο έχει διαμορφωθεί η μέση τιμή του αργού BrentIPE κατά το τελευταίο τρίμηνο:

 

Τιμή Brent IPE, $/bbl 0-30 30-35 35-40 40-45 45-50
Μείωση του ελάχιστου επιτρεπτού ορίου του Ε.Φ.Κ., % 0% 5% 10% 15% 20%

 

Αποτελέσματα από εφαρμογή της πρότασης στους φόρους που εισπράττονται από τη βενζίνη και το ντίζελ.

Σε περιόδους αύξησης τιμής του αργού πετρελαίου τα έσοδα από τη φορολογία αυξάνονται λόγω της αύξησης των εσόδων από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.). Ειδικότερα, η αύξηση της τιμής του Brent κατά 1$ ανά βαρέλι συνεπάγεται αύξηση της τιμής της βενζίνης και του ντίζελ κατά περίπου 7,5 $ ανά κυβικό μέτρο, η οποία ακολούθως έχει ως αποτέλεσμα αύξηση του ΦΠΑ κατά 1,35 $ ανά κυβικό μέτρο (περίπου 1,2 € ανά κυβικό μέτρο).

Aν θεωρηθεί ότι για τιμή αργού μέχρι το επίπεδο των 30 $/bbl θα ισχύουν τα σημερινά ελάχιστα επιτρεπόμενα όρια των ειδικών φόρων κατανάλωσης της βενζίνης και του ντίζελ (0,287€ και 0,245€ ανά λίτρο αντίστοιχα), τότε η εφαρμογή της πρότασης θα προκαλέσει μειώσεις στους φόρους που εισπράττονται από τη βενζίνη και το ντίζελ ως κατωτέρω:

 

Μείωση φορολογίας βενζινών
Τιμή Brent IPE, $/bbl 0-30 30-35 35-40 40-45 45-50
Μείωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, €/λίτρο 0 0,014 0,029 0,043 0,057
Αύξηση Εσόδων ΦΠΑ, €/λίτρο 0 0,000 0,003 0,006 0,009
Συνολική Μείωση Φόρων, €/λίτρο 0 0,014 0,026 0,037 0,048

 

 

Μείωση φορολογίας ντίζελ κίνησης
Τιμή Brent IPE, $/bbl 0-30 30-35 35-40 40-45 45-50
Μείωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, €/λίτρο 0 0,013 0,025 0,038 0,051
Αύξηση Εσόδων ΦΠΑ, €/λίτρο 0 0,001 0,004 0,007 0,011
Συνολική Μείωση Φόρων, €/λίτρο 0 0,012 0,021 0,031 0,040

Επισημαίνεται ότι η εφαρμογή της πρότασης δεν συνιστά υποχρέωση των κρατών μελών για μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης αλλά αφορά το δικαίωμα που θα έχει κάθε κράτος μέλος να εφαρμόσει πολιτικές μείωσης των φόρων ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς του κάθε κράτους μέλους».

 

 

Προηγούμενο άρθρο Έλεγχοι σε επιχειρήσεις scrap στη Θεσσαλία
Επόμενο άρθρο Πιάστηκε με το lap top στα χέρια