«Ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής και πρώην Υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας, με αφορμή την κατάθεση και τη συζήτηση στη Βουλή του Νομοσχεδίου «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και άλλες διατάξεις» έκανε την ακόλουθη δήλωση :
«Η κατάθεση και η συζήτηση στη Βουλή του Νομοσχεδίου για την Έρευνα, τη Τεχνολογική Ανάπτυξη και τη Καινοτομία, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, αποτελεί ένα θετικό γεγονός. Δυστυχώς και σε αυτήν την περίπτωση, αποδεικνύεται η γνωστή παθογένεια του πολιτικού συστήματος. Δηλαδή, η μία Κυβέρνηση να μη χτίζει επάνω στο θετικό έργο που παρέλαβε από την προηγούμενη Κυβέρνηση, αλλά και μέσα στην ίδια Κυβέρνηση, ο επόμενος Υπουργός να μη συνεχίζει το έργο του προκατόχου του. Με την έννοια αυτή, με προβλημάτισε η δήλωση του Υπουργού Παιδείας κ. Ανδρέα Λοβέρδου, για τον οποίο σημειώνω την ιδιαίτερη εκτίμησή μου και ως Υπουργού και ως διακεκριμένου Ακαδημαϊκού, ο οποίος κατέθεσε το Νομοσχέδιο, και κατά την πρώτη ανάγνωσή του στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, δήλωσε ότι είναι δύσπιστος για ορισμένες ρυθμίσεις του.
Στην περίοδο 2004-2007, όταν είχα την ευθύνη του Υπουργείου Ανάπτυξης, μαζί με την τότε Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Μαριέττα Γιαννάκου, τον τότε Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας και μετέπειτα Ευρωβουλευτή, Καθηγητή Γιάννη Τσουκαλά και τον τότε Ειδικό Γραμματέα και νυν Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας Αθανάσιο Κυριαζή, μετά από μακρά διαβούλευση με την Ακαδημαϊκή και την Ερευνητική Κοινότητα και τους Φορείς της Αγοράς, είχαμε σχεδιάσει και καταθέσει στη Βουλή, τον Ιούλιο του 2007, το νέο θεσμικό πλαίσιο για την Έρευνα και τη Τεχνολογία στη Χώρα μας. Λόγω των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2007 που μεσολάβησαν, το Νομοσχέδιο επανακατατέθηκε στη Βουλή στις αρχές του 2008, από το διάδοχό μου στο Υπουργείο Ανάπτυξης Χρήστο Φώλια και ψηφίστηκε το Μάρτιο του 2008 (Ν.3653/2008).
Κεντρική φιλοσοφία του Ν.3653 η χάραξη μιας πραγματικά εθνικής στρατηγικής για την προώθηση της Έρευνας και της Τεχνολογίας στη Χώρα μας. Με τη μετατροπή της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας σε επιτελικό όργανο, τη σύσταση του Εθνικού Οργανισμού Έρευνας και Τεχνολογίας και του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας, που θα προσέλκυαν κορυφαίους επιστήμονες και ερευνητές, επιχειρήσαμε τη χάραξη και εφαρμογή μιας πολιτικής που αξιοποιεί το σύνολο του δυναμικού και των δυνατοτήτων που διέθετε η Χώρα.
Ο Ν. 3653 ουδέποτε εφαρμόστηκε από την επόμενη Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με αποτέλεσμα ουσιαστικά επί 6 χρόνια, η Χώρα να πορεύεται δίχως σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για την Έρευνα, την Τεχνολογία και την Καινοτομία.
Έτσι, χάθηκε πολύτιμος χρόνος σε ένα τομέα που μπορεί και μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην ανάταξη και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Εθνικής Οικονομίας, δίνοντας παράλληλα διέξοδο και προοπτικές σε χιλιάδες νέους επιστήμονες και ερευνητές να παραμείνουν, να προσφέρουν και να προοδεύσουν στη Χώρα μας.
Το νέο Νομοσχέδιο, κινείται σε θετική κατεύθυνση, έχοντας χρησιμοποιήσει ως πηγή και τον Ν.3653/2008 όπως επισημαίνεται και στην αιτιολογική του έκθεση αλλά οι 51 βασικές διατάξεις του νόμου 3653 που ενσωματώνονταν σχεδόν αυτούσιες στο προσχέδιο της διαβούλευσης, τώρα έχουν αλλοιωθεί. Ωστόσο, οφείλω να καταθέσω το προβληματισμό και τις επιφυλάξεις μου για ορισμένα σημεία:
Πρώτον: Σε αντίθεση με το Ν. 3653/2008, με το υπό συζήτηση Νομοσχέδιο, η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας ουσιαστικά, μετατρέπεται στον αποκλειστικό φορέα χάραξης και υλοποίησης πολιτικής για την Έρευνα και τη Καινοτομία. Δηλαδή την περίοδο περιορισμού του κράτους που τα κάνει όλα, τώρα τα ξαναπαίρνει όλα. Αντιθέτως με το Ν. 3653, είχαν δημιουργηθεί όλες οι αναγκαίες ασφαλιστικές δικλείδες για την προώθηση της Έρευνας και Τεχνολογίας, ενώ ο ρόλος της Γ.Γ.Ε.Τ περιοριζόταν κυρίως στη συνδρομή της Διϋπουργικής Επιτροπής Έρευνας στη χάραξη και την άσκηση Εθνικής πολιτικής στους τομείς της Έρευνας, της Τεχνολογίας και της Καινοτομίας, στην εποπτεία Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων και στην εκπροσώπηση της Χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Διεθνείς Οργανισμούς.
Δεύτερον: Περιορίζεται αισθητά το εύρος και οι αρμοδιότητες του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας (Ε.Σ.Ε.Κ), το οποίο σε αντίθεση με το Ε.Σ.Ε.Τ του Ν. 3653/2008 θα λειτουργεί πλέον ως απλό συμβουλευτικό όργανο που υποστηρίζει το έργο του Γενικού Γραμματέα έρευνας και Καινοτομίας. Υπενθυμίζω ότι με το Ν.3653/2008, το ΕΣΕΤ αποτελούσε ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο, υπαγόμενο επ’ ευθείας στον Πρωθυπουργό και ευθύνη να εισηγείται το Εθνικό Πρόγραμμα Έρευνας και Τεχνολογίας προς τη Διυπουργική Επιτροπή για την Έρευνα και τη Τεχνολογία που λειτουργούσε υπό την Προεδρία του Πρωθυπουργού και τη συμμετοχή 13 Υπουργών.
Παράλληλα, η κατάργηση του Εθνικού Οργανισμού Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε.Ο.Ε.Τ) που με το Ν.3653 είχε την ευθύνη για τη σύνταξη του Ε.Π.Ε.Τ και η μεταφορά των αρμοδιοτήτων του στη Γ.Γ.Ε.Κ , μετατρέπει τη Γ.Γ.Ε.Κ ως το Φορέα απόλυτου ελέγχου της πολιτικής για την Έρευνα, τη Τεχνολογία και τη Καινοτομία της Χώρας μας. Και αυτό βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση και με τα ισχύοντα στα άλλα κράτη πρωτοπορίας στην έρευνα, την τεχνολογία και την καινοτομία και με το γράμμα και πνεύμα του νόμου 3653/2008 που στόχευε στο διακριτικό ρόλο των εμπλεκόμενων φορέων για την έρευνα και τη Καινοτομία.
Σημειώνω όμως, ειδικά για Ε.Ο.Ε.Τ, ότι αν και δεν εκδόθηκε ποτέ το Προεδρικό Διάταγμα σύστασής του και δεν λειτούργησε ποτέ, ήταν ένας από τους 40 φορείς του Δημοσίου που καταργήθηκαν, τον Αύγουστο του 2011 με το ν. 4002, δηλαδή καταργήθηκε τότε η ιδέα του.!!!
Τρίτον: Χρειάζεται άμεσα και καθαρά αποσαφήνιση της παραγράφου 7 του άρθρου 21 του σχεδίου Νόμου σχετικά με τα προγράμματα εκπαίδευσης στην Νομοθεσία της ευρεσιτεχνίας, άλλως η απόσυρσής της.
Σε συνέχεια της συμμετοχής μου, στη δημόσια διαβούλευση του Νομοσχεδίου από τον τότε Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Κων/νο Αρβανιτόπουλο τον Μάρτιο του 2007, την οποία είχα και δημόσια καταθέσει, εκτιμώ ότι ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για την Έρευνα, τη Τεχνολογία και τη Καινοτομία οφείλει να έχει τα εξής χαρακτηριστικά:
Πρώτον: Να είναι προϊόν διαβούλευσης και όσο το δυνατόν μεγαλύτερης σύγκλισης θέσεων μεταξύ της Κυβέρνησης και των πολιτικών κομμάτων, της ακαδημαϊκής και της ερευνητικής Κοινότητας αλλά και των παραγωγικών φορέων.
Δεύτερον: Να διασφαλίζονται οι αναγκαίες ασφαλιστικές δικλείδες για την εφαρμογή και τη λειτουργία του θεσμικού πλαισίου.
Ο διακριτικός ρόλος της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Καινοτομίας από το Ε.Σ.Ε.Κ κατά τα πρότυπα του Ν. 3653/2008 αποτελεί μια ισχυρή ασφαλιστική δικλείδα στην κατεύθυνση αυτή. Πολύ περισσότερο που όπως έχω επισημάνει, η τοποθέτηση στη θέση του Προέδρου του Ε.Σ.Ε.Τ του διακεκριμένου Καθηγητή Ιωσήφ Σηφάκη, τον Μάρτιο του 2014 και η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του από εξέχοντα μέλη της Ακαδημαϊκής και Ερευνητικής Κοινότητας αποτελεί ένα σημαντικό βήμα αναβάθμισης και αξιοπιστίας.
Τρίτον: Η συνεργασία και η άθροιση δυνάμεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι επιβεβλημένη για ένα αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας. Είναι άλλο ζήτημα η διαφάνεια στη κατανομή και άντληση πόρων και άλλο οι εμμονές σε παρωχημένα σχήματα και δογματικές απόψεις που αποδεδειγμένα δεν προσθέτουν αλλά αφαιρούν.
Τέταρτον: Οφείλουμε να θέσουμε ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους για την Έρευνα και τη καινοτομία στη Χώρα μας. Πολλές φορές η σύγχυση μεταξύ βασικής και εφηρμοσμένης έρευνας οδήγησε, στο παρελθόν, σε λάθος πολιτικές και αρνητικά αποτελέσματα.
Πέμπτον: Η αξιολόγηση όλων όσων χρηματοδοτούνται με κρατικούς πόρους (όπως είναι και το ΕΣΠΑ) είναι επιβεβλημένη καθώς η Έρευνα, η Τεχνολογία και η Καινοτομία δεν αποτελεί υπόθεση και άβατο της ερευνητικής Κοινότητας, αλλά εθνικό ζήτημα που αφορά όλους μας.
Έκτον: H επιτυχία του νέου θεσμικού πλαισίου για την Έρευνα, τη Τεχνολογία και τη Καινοτομία θα κριθεί κυρίως από το βαθμό κινητοποίησης του πλούσιου ερευνητικού δυναμικού της Χώρας στην Ελλάδα αλλά και στο Εξωτερικό , τη διαφάνεια στη κατανομή των πόρων και την αξιολόγηση. Οι φορείς που παρουσιάζουν ποιοτικό ερευνητικό έργο οφείλεται να επιβραβεύονται σε αντίθεση με εκείνους που θεωρούν ότι τα προγράμματα αποτελούν απλώς το μέσο της χρηματοδότησης της λειτουργίας τους.
Η υπόθεση της Έρευνας, της Τεχνολογίας και της Καινοτομίας υπερβαίνει τα όρια μιας Κυβέρνησης. Αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια Ελλάδα που προοδεύει, παράγει, καινοτομεί και διακρίνεται.
Ελπίζω ότι ο νέος που θα ψηφισθεί από τη Βουλή να μην έχει την τύχη του Ν.3653/2008.
Παράλληλα, η συζήτηση για το Νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα σε Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση να αναζητήσουν πεδίο συνεννόησης σε ένα ζήτημα που κατ’ εξοχήν προσφέρεται για πολιτικό διάλογο και σύγκλιση.
Οφείλουμε επιτέλους να διδαχθούμε από τα λάθη του παρελθόντος».