«Η Κυβέρνηση, εξαντλεί τις παρεμβάσεις της σε διευθετήσεις και τακτοποιήσεις, την ώρα που η εγκληματικότητα “χτυπάει κόκκινο”, τα “άβατα” και τα “άσυλα” καθημερινά επεκτείνονται, με την πολιτεία να είναι σε ρόλο θεατή των γνωστών αγνώστων, που πια έχουν αποθρασυνθεί, σε βαθμό, που κάνουν “απαλλοτριώσεις” σε καταστήματα ένδυσης του κέντρου της Αθήνας». Με τα παραπάνω λόγια ολοκλήρωσε την ομιλία του ο αναπληρωτής τομεάρχης Εσωτερικών της Νέας Δημοκρατίας, αρμόδιος για θέματα Προστασίας του Πολίτη, βουλευτή Λαρίσης, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της βουλής στη συζήτηση επί των άρθρων του νομοσχεδίου: «Συμπληρωματικά Μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ, ΕΥΡΑΤΟΜ) 1141/2014 περί ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ιδρυμάτων, μέτρα επιτάχυνσης του κυβερνητικού έργου αρμοδιότητας υπουργείου Εσωτερικών και άλλες διατάξεις».
Ο κ. Χαρακόπουλος τόνισε ότι «το νομοσχέδιο δεν έχει αρχή, μέση και τέλος, είναι κυριολεκτικά, “πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένα”. Η μόνη αρχή είναι “η ιερή προσήλωση σε ρουσφετολογικές ρυθμίσεις” και τακτοποιήσεις. Η ανανέωση συμβάσεων με την επίκληση του επείγοντος με στόχο την παράκαμψη του ΑΣΕΠ και η καλλιέργεια προσδοκιών μονιμοποίησης συμβασιούχων».
Το στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπογράμμισε ότι «ενώ η κυβέρνηση επιδεικνύει τέτοιο ενδιαφέρον σε συγκεκριμένες κατηγορίες συμβασιούχων, δεν επιδεικνύει το ίδιο στην περίπτωση των Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης. Δύο μέτρα και δύο σταθμά με τους πυροσβέστες να γίνονται “μπαλάκι” ανάμεσα στα συναρμόδια Υπουργεία».
Αναφορικά με το άρθρο 13 με το οποίο εξαιρούνται οι μισθώσεις για τη στέγαση υπηρεσιών της ΕΥΠ από τις ισχύουσες διατάξεις για τη στέγαση των υπηρεσιών του δημοσίου, ο Θεσσαλός πολιτικός εξέφρασε την αντίρρησή του σημειώνοντας ότι «στις δημόσιες συμβάσεις θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη καθαρότητα και διαφάνεια» και ζήτησε «ασφαλιστικές δικλείδες» για να μην παρατηρηθούν καταχρηστικές συμπεριφορές σε βάρος του δημοσίου.
Σχετικά με το άρθρο 14 και τις ρυθμίσεις για την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων επισήμανε μεταξύ άλλων ενστάσεων ότι «η αιτιολογία στο σχέδιο νόμου ως κριτηρίου μετάθεσης της γεωγραφικής έδρας της υπηρεσίας προελεύσεως του μετατιθέμενου είναι τουλάχιστον ατυχής, αφού διεθνώς τα κριτήρια για την επιλογή των αστυνομικών που στελεχώνουν τις μονάδες της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων είναι μόνο τα υψηλότερα πρότυπα επαγγελματισμού στην αστυνόμευση».
Τέλος, για το επίμαχο άρθρο 26, που δίνει τη δυνατότητα σε πρώην δημοτικούς αστυνομικούς να γίνουν Ειδικοί Φρουροί, καυτηρίασε τη «ρύθμιση που υπακούει στη λογική τακτοποίησης των 312 δημοτικών αστυνομικών που αδικαιολόγητα παρέμειναν στην ΕΛ.ΑΣ. ως ειδικό ένστολο προσωπικό αφού επανασυστήσατε την Δημοτική Αστυνομία. Αντί να καταταγούν στην ΕΛ.ΑΣ. μέσω των πανελληνίων 312 επιπλέον νέοι αστυνομικοί ή Ειδικοί Φρουροί με αδιάβλητες και αξιοκρατικές διαδικασίες που θα έχουν τις ηλικιακές προϋποθέσεις για να προσφέρουν ασφάλεια στην ελληνική κοινωνία, προχωράτε σε αυτή τη ρύθμιση. Θα μπορούσαν να επανέλθουν στους δήμους από όπου προέρχονται ή να τους διατηρήσετε ως πολιτικό προσωπικό του υπουργείου Εσωτερικών, ενισχύοντας υπηρεσίες που έχουν ανάγκη».