Το ζήτημα του υπερπλεονάσματος απασχόλησε τον τελευταίο καιρό την επικαιρότητα και η ψήφισή του στο ελληνικό κοινοβούλιο προκάλεσε πλείστες αντιδράσεις και ενστάσεις, κυρίως λόγω του τρόπου που το… διαφήμισε η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός. Ο κ. Τσίπρας καυχήθηκε από το βήμα της Βουλής για την διανομή του 1,4 δις, παρουσιάζοντάς την όχι μόνο ως successstory της κυβέρνησής του αλλά και ως ταξική επιλογή! Ως ενίσχυση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, ως αφορμή για πανηγυρισμούς, ως πράξη δικαιοσύνης!
Η ουσία όμως απέχει παρασάγγας από την εικονική πραγματικότητα που πλάθει η κυβέρνηση σε φαντασιακό επίπεδο. Η πολιτική του υπερπλεονάσματος και η διανομή του με τη μορφή κοινωνικού μερίσματος και μικροεπιδομάτων, που η νυν κυβέρνηση έχει κάνει σημαία της πολιτικής της υπόστασης, αποτελεί πράξη οικονομικής αυτοκτονίας. Μία ακόμα λαϊκίστικη μέθοδος της κυβέρνησης, η οποία στο βωμό των αριθμών και της ψηφοθηρίαςυπονομεύει το μέλλον της χώρας.Άλλο ένα παραπλανητικό τέχνασμα, από αυτά που ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως διαθέτει σε… υπερπλεόνασμα στο οπλοστάσιό του.
Με το υπερπλεόνασμα, η κυβέρνηση διαλύει κάθε προοπτική της ελληνικής οικονομίας για ανάκαμψη, όπερ σημαίνει και κάθε ελπίδα για έξοδο από την κρίση στο άμεσο μέλλον. Σε αντίθεση με την κυβερνητική επιχειρηματολογία, το υπερπλεόνασμα δεν προέρχεται από την ανάπτυξη. Είναι το αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης, του παγώματος της καταβολής των οφειλών του δημοσίου και των οφειλών προς την αγορά, της εκτόξευσης των ασφαλιστικών εισφορών. Δεδομένης της έλλειψης ρευστότητας, εθνικής αποταμίευσης και επενδύσεων, αυτό που στην ουσία επιτυγχάνει η κυβέρνηση με το μοίρασμα τουυπερπλεονάσματος είναι μια αναδιανομή όχι του πλούτου, αλλά της μιζέριας, και συντήρηση του υφεσιακού κλίματος.
Η θέση πως «παίρνουμε από τους μικρομεσαίους και τη μεσαία τάξη και μοιράζουμε στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα» αποτελεί πρωτοφανούς σύλληψης αυθαίρετη επιχειρηματολογία. Το εν λόγω αφήγημα, που με ζήλο υιοθετεί σύσσωμη η κυβέρνηση, εξυπηρετεί αποκλειστικά τα μικροπολιτικά της συμφέροντα. Εκείνοι που θα λάβουν το μέρισμα, το έχουν ήδη πληρώσει είτε μέσω της άμεσης είτε της έμμεσης φορολογίας και θα το πληρώσουν εκ νέου όταν εφαρμοστούν τα νέα μνημονιακά μέτρα και οι περικοπές σε εισοδήματα και συντάξεις. Αφού φτωχοποίησε τους πολίτες, η κυβέρνηση ζητά αναγνώριση επειδή τους επιστρέφει… ψίχουλα και υποκριτικά παρουσιάζει εαυτόν στον ρόλο του λαϊκού ευεργέτη.
Η υποτιθέμενη προσπάθεια της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας να κάμψει τις απαιτήσεις των δανειστών για υπερβολικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που μακροπρόθεσμα λειτουργούν υφεσιακά και αντι-αναπτυξιακά στραγγαλίζοντας την οικονομία, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον τρόπο που η κυβέρνηση διαχειρίστηκε το ζήτημα του υπερπλεονάσματος. Για κάποιον που διαβάζει πίσω από τις γραμμές, αφενός πρόκειται για παραδοχή ότι «εκμεταλλευόμαστε έσοδα που προήλθαν από ανορθόδοξες και εκτός πραγματικής οικονομίας μεθόδους που (υποτίθεται πως) αποδοκιμάζουμε, για να τονώσουμε το πολιτικό και μιντιακό προφίλ μας». Αφετέρου, λειτουργεί και σαν ψευδοεπιχείρημα προς τους εταίρους και την αντιπολίτευση πως «εφαρμόζουμε το πρόγραμμα ορθά και μάλιστα πολύ καλύτερα του αναμενομένου».
Αυτό που πραγματικά συνέβη ωστόσο είναι πως η κυβέρνηση, ενώ δεν αποτελούσε απαίτηση των δανειστών, υπερέβαλε τα δυο προηγούμενα χρόνια στοχεύοντας μέσω πρακτικών άγριας λιτότητας να εξασφαλίσει ως πλεόνασμα ένα υπέρογκο ποσό, μόνο και μόνο για να το παρουσιάσει ως επιτυχημένη πολιτική. Δεν αναλογίστηκαν όμως οι «σοφοί» κρατούντες ότι τα χρήματα που αντλήθηκαν από την οικονομία, απομυζώντας την, θα μπορούσαν να είχαν μείνει στους κόλπους της και να είχαν μεταφραστεί σε ανάπτυξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ του πλεονάσματος του 2016, μόλις τα 600 εκατομμύρια μοιράστηκαν στους πολίτες.
Καθήκον κάθε κυβέρνησης είναι να δρα με μακροπρόθεσμη προοπτική, να προβλέπει, να λαμβάνει δύσκολες αποφάσεις επιδιώκοντας το γενικό, εθνικό, καλό όχι μόνο στο παρόν αλλά και στο μέλλον. Η υπόθεση του υπερπλεονάσματος αποδεικνύει για μια ακόμα φορά ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ λειτουργεί κοντόφθαλμα και οπορτουνιστικά, χωρίς ίχνος πολιτικού σχεδιασμού. Η τελευταία συνειδητά επιλέγει να δρα ανεύθυνα, χωρίς να νοιάζεται για τις συνέπειες, αρκεί το εγχείρημα που κάθε φορά αναλαμβάνει να της αποφέρει επικοινωνιακούς καρπούς.
Το κοινωνικό μέρισμα, που προβάλλεται ως πράξη γενναιοδωρίας προς τον λαό, μπορεί να συντελέσει στην καταδίκη της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Το μόνο που επιτυγχάνει είναι να συντηρείται ένας ολέθριος φαύλος κύκλος, που αν δεν σπάσει με την υιοθέτηση επενδυτικών πολιτικών και άλλων επιλογών που θα στοχεύουν στην ενίσχυση της οικονομίας με όρουςουσιαστικούς και ρεαλιστικούς, η ζημιά θα είναι ανυπολόγιστη και η επιστροφή στην κανονικότητα θα συνεχίσει να φαντάζει μακρινή για την χώρα μας.
Του Κωνσταντίνου Γ. Νούσιου, Δικηγόρου, Περιφερειακού Συμβούλου Θεσσαλίας