Άρωμα αγιορείτικης ζωής και μαρτυρία των συγχρόνων αγίων γερόντων της Αθωνικής πολιτείας έλαβαν οι ιερείς της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Τυρνάβου, κατά την Ιερατική Σύναξη που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018 το πρωί, στον Ιερό Ναό των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Λαρίσης, ύστερα από πρόσκληση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνατίου. Ο προσκεκλημένος ομιλητής από το άγιον Όρος, π. Εφραίμ, ο Σιμωνοπετρίτης μίλησε εμπειρικά και βιωματικά στο σεπτό ιερατείο για το πολύπλευρο έργο του Ιερέως, το λειτουργικό, το πνευματικό, το ποιμαντικό του έργο και χρέος. Καθήλωσε πραγματικά τους Ιερείς τονίζοντάς τους τον ρόλο τους τον παιδαγωγικό, τον διδακτικό και τον αγιαστικό. Ο Ιερεύς, τόνισε ο Γέρων Εφραίμ, “ίσταται υπέρ των Αγγέλων και των Αρχαγγέλων, είναι ο μεταδίδων την χάριν, φέρει το Άγιο Πνεύμα μέσα του και φωτίζεται και φωτίζει…”
Και αναφέρθηκε ακόμη στους συγχρόνους αγίους γέροντες, αγιορείτες, Άγιο Παΐσιο, π. Εφραίμ, τον Κατουνακιώτη και παπα-Τύχωνα, οι οποίοι μιλούσαν πάντοτε με συγκίνηση για την αποστολή του ιερέως-λειτουργού στον σύγχρονο κόσμο και παρότρυναν τους επισκέπτες τους ιερείς να γεύονται θείες εμπειρίες, να μεταφέρουν τα αιτήματα των πιστών χριστιανών, προσευχόμενοι με ευλάβεια και κατάνυξη προς τον Θεό και να προσεγγίζουν τον διψασμένο άνθρωπο με απλότητα, ταπείνωση, αυθεντικότητα και αληθινή αγάπη, ενώ χαρακτήρισε ως μεγαλύτερο κίνδυνο της ιερατικής διακονίας, αυτόν της εξοικείωσης με τα του Θεού. Ο Θεός κατέληξε ο σεβαστός γέροντας ” μας θέλει τους ιερείς του, τίμια όργανα της χάριτός του, πιστούς εργάτες του αμπελώνος του, μας θέλει να ζούμε την ιερωσύνη μας με την χαρά και τον ενθουσιασμό της πρώτης ημέρας της χειροτονίας μας, τότε που ο ζήλος επύρωνε τις καρδιές μας και διψούσαμε για την χάρη της Ιερωσύνης και ακόμη με ιδιαίτερο φόβο και ζήλο ένθεο μας θέλει να είμαστε σε θέση να μπορούμε να τον κατεβάζουμε, τον υψηλό Θεό στις ταπεινές καρδιές των ανθρώπων”.
Ακολούθησαν από την φιλόξενη ενορία των Αγίων Τεσσαράκοντα, αλάδωτα εδέσματα που με πολλή αγάπη προσφέρθηκαν στους πατέρες.
Και αναφέρθηκε ακόμη στους συγχρόνους αγίους γέροντες, αγιορείτες, Άγιο Παΐσιο, π. Εφραίμ, τον Κατουνακιώτη και παπα-Τύχωνα, οι οποίοι μιλούσαν πάντοτε με συγκίνηση για την αποστολή του ιερέως-λειτουργού στον σύγχρονο κόσμο και παρότρυναν τους επισκέπτες τους ιερείς να γεύονται θείες εμπειρίες, να μεταφέρουν τα αιτήματα των πιστών χριστιανών, προσευχόμενοι με ευλάβεια και κατάνυξη προς τον Θεό και να προσεγγίζουν τον διψασμένο άνθρωπο με απλότητα, ταπείνωση, αυθεντικότητα και αληθινή αγάπη, ενώ χαρακτήρισε ως μεγαλύτερο κίνδυνο της ιερατικής διακονίας, αυτόν της εξοικείωσης με τα του Θεού. Ο Θεός κατέληξε ο σεβαστός γέροντας ” μας θέλει τους ιερείς του, τίμια όργανα της χάριτός του, πιστούς εργάτες του αμπελώνος του, μας θέλει να ζούμε την ιερωσύνη μας με την χαρά και τον ενθουσιασμό της πρώτης ημέρας της χειροτονίας μας, τότε που ο ζήλος επύρωνε τις καρδιές μας και διψούσαμε για την χάρη της Ιερωσύνης και ακόμη με ιδιαίτερο φόβο και ζήλο ένθεο μας θέλει να είμαστε σε θέση να μπορούμε να τον κατεβάζουμε, τον υψηλό Θεό στις ταπεινές καρδιές των ανθρώπων”.
Ακολούθησαν από την φιλόξενη ενορία των Αγίων Τεσσαράκοντα, αλάδωτα εδέσματα που με πολλή αγάπη προσφέρθηκαν στους πατέρες.