Ανέκαθεν, σε κάθε αντιπαράθεση και σύγκριση με τον παλιό δικομματισμό, η Αριστερά διαχώριζε τη θέση της ανακηρύσσοντας εαυτόν ως τον μοναδικό, apriori και ποτέ defacto, φορέα της ηθικής στην πολιτική ζωή του τόπου.
Το περίφημο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, πουγια χρόνιααξιωματικά επικαλούταν και που της προσέφερε άλλοθι ώστε να απέχει συνειδητά και χωρίς κόστος από την χρήση πολιτικής επιχειρηματολογίας, είναι ένας ακόμα μύθος που κατέρρευσε την παρούσα περίοδο της κρίσης. Και κατέρρευσε, γιατί επρόκειτο για μιαεκ του ασφαλούς ηθική. Οι ηθικές επιλογές των ανθρώπων, πόσο μάλλον εκείνων που πολιτεύονται και αντιπροσωπεύουν όχι μόνο τον εαυτό τους αλλά και εκατομμύρια συμπολίτες τους, κρίνονται στις περιόδους της αναταραχής και όχι της νηνεμίας. Τη στιγμή δηλαδήπου φέρεις στις πλάτες σου την ευθύνη ενός κράτουςκαι όχι όταν ασκείς αντιπολίτευση κρυμμένος πίσω από τη σιγουριά της μειοψηφίας, όπως έκανε η νυν κυβέρνηση.
Ίσως ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συν αυτώ πίστεψαν και οι ίδιοι το παραμύθι τους: ότι το υποτιθέμενο ηθικό τους πλεονέκτημα τους καθιστούσε ξεχωριστούς και θα έσκιαζε, ως υπερδύναμη, τους «κακούς ξένους» και τους αόρατους εχθρούς μας. Ότι αυτή η κατασκευασμένη υπεροχή τους θα αρκούσε για να ξεπεραστεί η κρίση και ως διά μαγείας η Ελλάδα θα γινόταν μια δεύτερη Εδέμ. Όμως η ζωή απέχει παρασάγγας από τη μυθοπλασία και η ηθική βρίσκεται στις πράξεις και όχι στα λόγια. Με τις επιλογές και τις αποφάσεις της, η «πρώτη φορά αριστερά» γκρέμισε και αυτή την ψευδαίσθηση. Το δίπολο του καλού και του κακού, του διεφθαρμένου παλαιού και του δικού τους, «ελπιδοφόρου» νέου, που θέλησε να πλασάρει επικοινωνιακά ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν πουλάει πια. Η ουτοπία που υποσχέθηκε στον κόσμο ο πρωθυπουργός, τα βρήκε σκούρα μπροστά στην πραγματικότητα. Η ηθικολογία ηττήθηκε κατά κράτος στα δύσκολα, ξεγυμνώθηκε μπροστά στην σκληρή αλήθεια.
Όταν ήρθε η ώρα των μεγάλων αποφάσεων και κλήθηκε να ασκήσει πολιτική, η κυβέρνηση σάστισε και οι αριστερές αγκυλώσεις και τα απωθημένα της εξουσίας βγήκαν στην επιφάνεια. Με μόνο όπλο στη φαρέτρα της το κίβδηλο ηθικό της πλεονέκτημα, αποδείχτηκε ανίκανη για τη διακυβέρνηση της χώρας, καθώς φανερώθηκε η πλήρης άγνοιά της και το έλλειμμα του πολιτικού knowhow.Η κυβέρνηση προσγειώθηκε ανώμαλα, όπως και οι Έλληνες που πίστεψαν τα λόγια τα μεγάλα.
Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή. Η έννοια του ηθικού πλεονεκτήματος ήθελε πάντα την Αριστερά αθώα περιστέρα, ανέγγιχτη από τη διαφθορά, τα πάρε-δώσε με καναλάρχες, επιχειρηματίες και κάθε είδους μαφιόζικες τακτικές. Στην πράξη όμως, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έδωσε άλλα δείγματα γραφής. Κι ενώ είχε αρχικά διαχωρίσει τη θέση της από το δήθεν «αμαρτωλό» παρελθόν της δικομματικής πολιτικής ζωής, έχει σήμερα καταλήξει να πρωτοστατεί ευλαβικά και με ιδιαίτερη μαεστρία σε πρακτικέςπου σε όλους τους τόνους είχε αποκηρύξει ως «βρώμικες». Φρόντισε να εξασφαλίσει από νωρίς τη μιντιακή της «προστασία», ενώ παράλληλαεπέλεξε να εφαρμόσει πελατειακές πολιτικές στο δημόσιοκαι στον επιχειρηματικό κόσμο, δημιουργώντας τη σύγχρονη εκδοχή των «δικών μας παιδιών».
Το ηθικό πλεονέκτημα είχε επίσης ως βάση την πίστη πολλών στην Αριστερά ότι η κοσμοθεωρία και οι αρχές που πρεσβεύει είναι ανώτερες και πιο δίκαιες από εκείνες των αλλόδοξων κομμάτων, αρχές που τη διαφοροποιούσαν από εκείνα. Και αυτό το επιχείρημα ωστόσο καταρρίφθηκε άμεσα, αφενός από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ δέχτηκε να συγκυβερνήσει με τους ΑΝΕΛ, που ιδεολογικά βρίσκονται σε άκρο αντίθετο, αφετέρου εξαιτίας της ασυνέπειας λόγων και έργων. Τα μνημόνια δεν σκίστηκαν, υπουργοί και βουλευτές επιδόθηκαν στην ικανοποίηση των ημετέρων, οι αγορές δεν χόρεψαν συρτάκι, αντίθετα επιβλήθηκαν στους Έλληνες πολίτες τα πιο σκληρά μέτρα από το ξεκίνημα της κρίσης.
Κάπως έτσι πέθανε η Ελπίδα. Και μαζί της έκανε φτερά και το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς…
Του Κωνσταντίνου Γ. Νούσιου, Δικηγόρου, Περιφερειακού Συμβούλου Θεσσαλίας