Η πρωτοφανής τραγωδία που προκάλεσε η μεγάλη πυρκαγιά στην Ανατολική Αττική έχει δημιουργήσει στην ελληνική κοινωνία ανάμεικτα συναισθήματα ψυχικής συντριβής και ογκούμενης οργής. Από την μια οι δεκάδες νεκροί, που βρήκαν οικτρό θάνατο είτε στις φλόγες είτε στην θάλασσα. Συνάνθρωποί μας που μέσα σε λίγες στιγμές έχασαν τη ζωή τους στις πλέον οδυνηρές συνθήκες. Από την άλλη τα τεράστια γιατί, που μοιραίως προβάλουν ολοένα και πιο έντονα, τι πήγε στραβά, τι πήγε λάθος και το κράτος με τους μηχανισμούς του πιάστηκε κυριολεκτικά στον ύπνο, αποτυγχάνοντας ουσιαστικά στην αποστολή του. Το δέος, ωστόσο, μπροστά στην καταστροφή μετατρέπεται σε αγανάκτηση από την έκδηλα σαθρή και παραπλανητική επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι αιτίες για την έκταση και τις καταστροφές που προκάλεσε η πυρκαγιά είναι πολλές, τόσο αντικειμενικές όσο υποκειμενικές. Στις μεν πρώτες συγκαταλέγονται οι εξαιρετικά ακραίες καιρικές συνθήκες. Τις οποίες, όμως, είχε ήδη προβλέψει η Πολιτική Προστασία με σχετικό της δελτίο! Στις δεύτερες συμπεριλαμβάνονται παθογένειες, όπως η έλλειψη πολεοδομικού σχεδιασμού, οι αυθαιρεσίες, που εμπόδισαν την απρόσκοπτη διέξοδο στη θάλασσα.
Αυτά, όμως, δεν υπήρξαν μόνο στη συγκεκριμένη πυρκαγιά, αλλά και σε προγενέστερες. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι γιατί αυτή τη φορά είχαμε νεκρούς και αγνοούμενους; Δυστυχώς, υπήρξαν σοβαρότατα λάθη στο τρόπο και στη ταχύτητα αντίδρασης στην κατάσβεση της φωτιάς, στο συντονισμό του έργου της εκκένωσης των οικισμών, στην έγκαιρη διάσωση των ανθρώπων που κινδύνευαν. Το τι επακριβώς συνέβη δεν το γνωρίζουμε, ωστόσο, καθημερινά φέρνει νέα στοιχεία στο φως η δημοσιογραφική έρευνα. Εν πάση περιπτώσει, έχει αναλάβει εισαγγελέας την υπόθεση. Αυτό, όμως, που μπορούμε να πούμε τώρα πλέον -γιατί ως Νέα Δημοκρατία επιλέξαμε να μη μιλήσουμε τις πρώτες ημέρες για ευνόητους λόγους- είναι ότι η κυβέρνηση αυτή απέδειξε για μια ακόμη φορά, πρώτον την ανικανότητά της να ανταπεξέλθει σε καταστάσεις κρίσεων και δεύτερον την εμμονή της στην παραπλανητική επικοινωνιακή τακτική που ακολουθεί εδώ και τρεισήμισι χρόνια.
Όλες αυτές τις ημέρες παρακολουθούμε εμβρόντητοι τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του να έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα απόσεισης ευθυνών και παραπληροφόρηση της κοινής γνώμης. Εξ αρχής, και ενώ το Μάτι έχει μεταβληθεί σε ένα απέραντο νεκροταφείο, στήθηκε μια δήθεν σύσκεψη ενημέρωσης του εκ Βοσνίας επιστρέψαντα κ. Τσίπρα, στην οποία δεν ακούγεται κουβέντα για νεκρούς. Και ενώ, όπως αποδείχθηκε γνώριζαν τις πληροφορίες, από πολύ νωρίς. Αντιθέτως, μιλούσαν την ώρα εκείνη, που έπρεπε οι αρμόδιοι να βρίσκονται στο πεδίο των επιχειρήσεων, περί ανέμων και υδάτων και «ασύμμετρων απειλών».
Τις αμέσως επόμενες ημέρες, πάλι το πρωτεύον για την κυβέρνηση ήταν να μην χρεωθεί τις ευθύνες της, και αντί να υπάρξουν απολογίες και παραιτήσεις, εισπράξαμε όλοι μας, ακόμη και οι παθόντες της καταστροφής, μια πρωτοφανή αλαζονεία.
Ο κ. Καμμένος, με ύφος χιλίων καρδιναλίων, επισκέφθηκε τον τόπο της καταστροφής και κουνώντας το δάκτυλο στους κατοίκους που σώθηκαν από του χάρου τα δόντια, σχεδόν τους κατηγόρησε για τα παθήματά τους.
Ο δε κ. Τόσκας, ο οποίος στις σχετικές ερωτήσεις που του είχαμε απευθύνει προ μηνών μας διαβεβαίωνε ότι φέτος θα λειτουργήσουν όλα υποδειγματικά –καθώς πέρυσι θυμίζουμε κάηκαν από κακούς χειρισμούς τα Κύθηρα- ισχυριζόταν ότι όλα έγιναν καλώς! Στην συνέντευξη δε της «ντροπής» μαζί με τον κ. Τζανακόπουλο, και τους αρχηγούς της Πυροσβεστικής και της ΕΛΑΣ, ακούσαμε εμβρόντητοι ότι ούτε λάθη έγιναν, ούτε ευθύνες υπάρχουν. Για όλα φταίνε κάποιοι «εμπρηστές», ο «κακός αέρας», οι «προηγούμενοι». Μάλιστα, ακούσαμε ότι όλοι είναι «περήφανοι» για το έργο τους! Με δεκάδες νεκρούς και αγνοούμενους…
Όλ’ αυτά, όμως, έβγαλαν τους πολίτες από τα ρούχα τους, γιατί αντιλήφθηκαν το πόσο γυμνός είναι τελικώς ο «βασιλιάς». Για να «γυρίσει το κλίμα», ο κ. Τσίπρας, επιχείρησε μια επικοινωνιακή «ντρίπλα». Ανέλαβε δήθεν τις «πολιτικές ευθύνες» για την τραγωδία, χωρίς, όμως, καμία συνέπεια, δηλαδή, δίχως ούτε μια παραίτηση. Θεωρεί ότι έτσι θα θολώσει για λίγο τα νερά, και το πράγμα θα πάει παραπέρα, ελπίζοντας ότι, όπως όλα τα προηγούμενα, θα ξεχαστεί και αυτό, και θα γυρίσουμε στην «κανονικότητα» των πομπωδών υποσχέσεων.
Πλανάται, όμως, πλάνην οικτράν. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ βρίσκεται εδώ και καιρό σε αποδρομή, η εποχή του «δεν πειράζει, προσπαθεί το παιδί…» έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ο κ. Τσίπρας και οι υπουργοί του είναι υπόλογοι απέναντι στον ελληνικό λαό για τις πράξεις και τη συμπεριφορά τους. Και δεν πρόκειται να γλυτώσουν τη σκληρή ετυμηγορία του.
Εκείνο, όμως, που πρέπει να μας μείνει απ’ αυτό το οδυνηρό γεγονός είναι ότι οφείλουμε επιτέλους να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα. Να πάψουμε να κλείνουμε τα μάτια στις παρεκκλίσεις από τους νόμους και τους κανονισμούς. Να ιεραρχούμε ορθά τις ανάγκες της κοινωνίας μας, όχι με έργα βιτρίνας, αλλά εκεί που υπάρχει η πραγματική ανάγκη, όπως είναι η πρόληψη από τις θεομηνίες. Να επιλέγουμε ανθρώπους για τις υπεύθυνες θέσεις με αξιοκρατικά κριτήρια, για να μην γινόμαστε «κοψοχέρηδες» την επομένη. Να δημιουργήσουμε, επιτέλους, ένα σύγχρονο κράτος, με στιβαρές δομές και υπεύθυνους πολίτες. Και αν κάτι αισιόδοξο υπάρχει σε αυτήν την ανείπωτη τραγωδία είναι η αυτοθυσία των πυροσβεστών, μόνιμων και εποχικών, και όσων άλλων αγωνίστηκαν για τη διάσωση των συνανθρώπων μας. Είναι ακόμη οι ιδιώτες που έτρεξαν με τα πλεούμενά τους να σώσουν τον κόσμο στη θάλασσα. Είναι οι εθελοντές που έσπευσαν να βοηθήσουν να επανέλθει η ζωή στα καμένα. Είναι όσοι έδωσαν αίμα και αρωγή για τους έχοντες ανάγκη. Όλ’ αυτά δείχνουν ότι η κοινωνία μας είναι ακόμη ζωντανή, ότι υπάρχει ακόμη ελπίδα για μια νέα αρχή.
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι αναπληρωτής τομεάρχης Εσωτερικών της Νέας Δημοκρατίας, αρμόδιος για θέματα Προστασίας του Πολίτη, βουλευτής Λαρίσης.